Μηνιαία Ενημέρωση Οκτωβρίου 2024

Επιμέλεια:

Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών,
Επιστημονικός Συνεργάτης Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής,
Π.Γ.Ν.«Αττικόν»

Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,
Π.Γ.Ν. «Αττικόν»

 

Ποιά είναι η επίδραση της κατανάλωσης καφέ, τσαγιού και καφεΐνης στην εμφάνιση καρδιομεταβολικών νοσημάτων?

Παλαιότερες μελέτες έχουν συσχετίσει την κατανάλωση καφέ, τσαγιού και καφεΐνης με ελάττωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιομεταβολικών νοσημάτων. Στην παρούσα προοπτική μελέτη από την UK Biobank εκτιμήθηκε η συσχέτιση των ουσιών αυτών με την εκδήλωση τουλάχιστον δυο καρδιομεταβολικών νοσημάτων: στεφανιαίας νόσου, ισχαιμικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Αξιολογήθηκαν δεδομένα από 172.315 χρήστες καφεΐνης και 188.091 χρήστες καφέ και τσαγιού και μετρήθηκαν 168 μεταβολίτες σε δείγμα αίματος 88.204 και 96.393 συμμετεχόντων αντίστοιχα. Βρέθηκε ότι η μέτρια κατανάλωση καφέ (3/ημέρα) ή καφεΐνης (200-300 mg/ημέρα) σχετιζόταν με περίπου 40-48% χαμηλότερη πιθανότητα εμφάνισης καρδιομεταβολικών νοσημάτων συγκριτικά με άτομα που δεν καταναλώνουν ή καταναλώνουν χαμηλές ποσότητες αυτών των ουσιών. Στη σχέση αυτή πιθανώς παίζουν ρόλο 80 με 97 μεταβολίτες που αναγνωρίστηκαν με την κατανάλωση καφεΐνης και τα καρδιομεταβολικά νοσήματα σε όλα τα στάδια ανάπτυξης.Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η μέτρια κατανάλωση καφέ, τσαγιού και καφεΐνης δρα προστατευτικά στην εμφάνιση καρδιομεταβολικών νοσημάτων και προτείνουν σχεδιασμό κατάλληλων μελετών για επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων αυτών.

(Lu X, Zhu X, Li G, et al. J Clin Endocrinol Metab. 2024:dgae552. doi: 10.1210/clinem/dgae552)

 

Έχει ρόλο η υπολιπιδαιμική θεραπεία στην πρόληψη της φλεβικής θρομβοεμβολικής νόσου?

Η παρούσα μετα-ανάλυση είχε ως στόχο την πιθανή συσχέτιση της υπολιπιδαιμικής θεραπείας με την πρωτογενή πρόληψη της φλεβικής θρομβοεμβολής. Αξιοποιήθηκαν δεδομένα από 254.933 συμμετέχοντες σε 45 διπλά-τυφλές τυχαιοποιημένες μελέτες με συνολικά 2.084 περιστατικά θρομβοεμβολής. Η συνδυαστική θεραπεία ισχυρής στατίνης με αναστολέα της PCSK-9 έδειξε 41% ελάττωση στην πρώτη εμφάνιση θρομβοεμβολής. Η μονοθεραπεία με εζετιμίμπη δεν είχε ευνοϊκό αποτέλεσμα, ενώ η μονοθεραπεία με στατίνη εμφάνισε μια θετική τάση για προστασία, ιδιαίτερα με υψηλής ισχύος στατίνες. Γενικά, φάνηκε μια σταδιακή βελτίωση στην προστασία από θρομβοεμβολή ανάλογη με την ισχύ της υπολιπιδαιμικής θεραπείας. Οι συγγραφείς διαπιστώνουν ότι η υπολιπιδαιμική αγωγή, ιδιαίτερα η μεγάλης ισχύος συνδυαστική θεραπεία, έχει το δυναμικό για πρωτογενή πρόληψη της φλεβικής θρομβοεμβολικής νόσου.

(Farmakis IT, Christodoulou KC, Hobohm L, et al. Eur Heart J. 2024;45:3219-3227)

 

Είναι δυνατό μια μέτρηση λιπιδίων σε νεαρή ηλικία να προβλέψει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο?

Στόχος της μελέτης αυτής ήταν να εκτιμηθεί αν μια μέτρηση λιπιδίων (non-HDL-χολ ή LDL-χολ) σε νεαρούς ενήλικες μπορεί να προβλέψει τη συνολική έκθεση στις αθηρογόνες λιποπρωτεΐνες και τον καρδιαγγειακό κίνδυνο στη μετέπειτα ζωή τους. Αξιοποιήθηκαν δεδομένα από 3.995 συμμετέχοντες στη μελέτη CARDIA που είχαν μετρήσεις λιπιδίων πριν και μετά την ηλικία των 30 ετών. Βρέθηκε ότι μια μέτρηση της non-HDL-χολ ή της LDL-χολ μεταξύ ηλικιών 18 και 30 ετών είχε πολύ καλή συσχέτιση με τα επίπεδα των λιπιδίων στη μετέπειτα ζωή. Τιμές > 135 mg/dL και <107 mg/dL για την non-HDL-χολ και >118 mg/dL και <96 mg/dL για την LDL-χολ, βρέθηκε ότι διαστρωματώνουν ικανοποιητικά τους ασθενείς στον υψηλότερο και χαμηλότερο τεταρτημόριο λιπιδίων ορού αντίστοιχα. Επιπλέον, αυτή η πρώτη μέτρηση φάνηκε να σχετίζεται με την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου μετά την ηλικία των 40 ετών. Συμπερασματικά, μια μέτρηση non-HDL-χολ ή LDL-χολ σε άτομα ηλικίας 18 έως 30 ετών έχει προβλεπτική αξία για τη συνολική έκθεση των ατόμων σε αθηρογόνα λιπίδια και κατ’επέκταση προγνωστική αξία για εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου.

(Wilkins JT, Ning H, Allen NB, et al. J Am Coll Cardiol.  2024;84:961-973)

Σχετίζονται τα υπολείμματα χοληστερόλης με την πρώιμη εμφάνιση θανάτου?

Στη μελέτη αυτή δεδομένων από την UK Biobank διερευνήθηκε ενδεχόμενη συσχέτιση των επιπέδων των υπολειμμάτων χοληστερόλης (remnant cholesterol – RC) με την πρώιμη εμφάνιση θανάτου και το προσδόκιμο ζωής στο γενικό πληθυσμό. Τα RC προκύπτουν από τον τύπο: RC=ολική χολ-LDLχ-HDLχ. Αξιοποιήθηκαν δεδομένα από 428.804 άτομα που χωρίστηκαν σε 3 κατηγορίες ανάλογα με τα επίπεδα των RC: χαμηλά (0,34 mmol/L), ενδιάμεσα (0,53 mmol/L), και υψηλά (1,02 mmol/L). Σε συνολική παρακολούθηση 12ετίας καταγράφηκαν 23.693 πρώιμοι θάνατοι οποιασδήποτε αιτιολογίας. Συγκριτικά με άτομα με χαμηλά επίπεδα RC, άτομα με ενδιάμεσα επίπεδα παρουσίαζαν κατά 9% αύξηση στην επίπτωση πρώιμου θανάτου και άτομα με υψηλά επίπεδα κατά 11% αντίστοιχη αύξηση. Σε γυναίκες ηλικίας 50 ετών, η παρουσία υψηλών επιπέδων RC σχετιζόταν με μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης κατά 2 περίπου έτη.  Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι τα επίπεδα των υπολειμμάτων χοληστερόλης σχετίζονται με την επιβίωση στο γενικό πληθυσμό.

(Li L, Lai J, Zhang J, et al. Eur Heart J Qual Care Clin Outcomes. 2024;10:543-551)

Επηρεάζουν τα τριγλυκερίδια την πρόγνωση ασθενών μετά από οξύ στεφανιαίο σύνδρομο?

Δεν είναι γνωστό αν το κλινικό όφελος από τη χορήγηση των αναστολέων της PCSK-9 σχετίζεται με τα αρχικά επίπεδα τριγλυκεριδίων ορού. Στη μελέτη ODYSSEY OUTCOMES σε 18.924 ασθενείς με ιστορικό οξέος στεφανιαίου συνδρόμου (ΟΣΣ) που τυχαιοποιήθηκαν σε αλιροκουμάμπη ή σε εικονικό φάρμακο, η διάμεση αρχική τιμή των τριγλυκεριδίων ήταν 129 mg/dL. Συμμετέχοντες με τριγλυκερίδια ≥ 150 mg/dL εμφάνιζαν κατά 18% μεγαλύτερο καρδιαγγειακό κίνδυνο στην παρακολούθηση συγκριτικά με συμμετέχοντες με επίπεδα τριγλυκεριδίων <150 mg/dL. Μετά από 4 μήνες θεραπείας η χορήγηση αλιροκουμάμπης οδήγησε σε μείωση των τριγλυκεριδίων ορού κατά 17,7 mg/dL κατά μέσο όρο, αλλά η μείωση αυτή δε φάνηκε να σχετίζεται με το κλινικό όφελος από τη θεραπεία.Συμπερασματικά, σε ασθενείς με ΟΣΣ τα αρχικά επίπεδα των τριγλυκεριδίων ορού σχετίζονται με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, αλλά η ελάττωσή τους με χορήγηση αλιροκουμάμπης δεν συνεισφέρει στο κλινικό όφελος

(Zahger D, Schwartz GG, Du W, et al. J Am Coll Cardiol. 2024;84:994-1006)