Μηνιαία Ενημέρωση Νοεμβρίου 2024

Επιμέλεια:

Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών,
Επιστημονικός Συνεργάτης Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής,
Π.Γ.Ν.«Αττικόν»

Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,
Π.Γ.Ν. «Αττικόν»

 

Πώς επηρεάζουν τα επίπεδα της non-HDL-χολ την πρόγνωση ασθενών μετά από οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου?

Τα επίπεδα της non-HDL-χολ αποτελούν μια εκτίμηση των αθηρογόνων λιποπρωτεϊνών και δευτερογενή θεραπευτικό στόχο σε ασθενείς που έχουν υποστεί έμφραγμα μυοκαρδίου (ΕΜ). Στην παρούσα ανάλυση δεδομένων από την καταγραφή SWEDEHEART αξιοποιήθηκαν στοιχεία 56.262 ασθενών με ιστορικό ΕΜ στους οποίους μετρήθηκαν τα επίπεδα της non-HDL-χολ στην εισαγωγή και μετά από 2 και 12 μήνες. Σε διάμεση παρακολούθηση 5,4 ετών καταγράφηκαν 9.549 μείζονα καρδιαγγειακά επεισόδια, 5.427 θάνατοι και 3.946 νέα επεισόδια ΕΜ. Ασθενείς με τις χαμηλότερες τιμές της non-HDL-χολ στους 2 και στους 12 μήνες παρακολούθησης εμφάνιζαν κατά 20% και 14% χαμηλότερη πιθανότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων συγκριτικά με συμμετέχοντες που βρίσκονταν στο ανώτερο τεταρτημόριο των τιμών της non-HDL-χολ. Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η έγκαιρη και σταθερή ελάττωση των επιπέδων της non-HDL-χολ σε ασθενείς που έχουν υποστεί ΕΜ σχετίζεται με καλύτερη πρόγνωση.

Schubert J, Leosdottir M, Lindahl B, et al. Eur Heart J. 2024;45:4204-4215)

 

Ποιά είναι η σχέση ανάμεσα στην παρουσία και την πρόοδο της υποκλινικής αθηρωμάτωσης με τη θνητότητα?

Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία συσχέτισης της έκτασης και της προόδου της υποκλινικής αθηρωμάτωσης, μιας δυναμικής διαδικασίας, με τη θνητότητα. Σε δείγμα 5.716 ασυμπτωματικών ενηλίκων μέσης ηλικίας περίπου 69 ετών από τη μελέτη BioImage, πραγματοποιήθηκε μέτρηση του αθηρωματικού φορτίου των καρωτίδων (carotid plaque burden, cPB) με υπερηχογράφημα καρωτίδων και του σκορ ασβεστίου (coronary artery calcium, CAC score) με αξονική τομογραφία. Μετά από περίπου 9 χρόνια παρακολούθησης πραγματοποιήθηκε υπολογισμός του cPB με νέο υπέρηχο καρωτίδων σε 732 εκ των συμμετεχόντων. Σε παρακολούθηση 12ετίας καταγράφηκαν 901 θάνατοι (ποσοστό 16% των συμμετεχόντων). Μετά από ομαλοποίηση για άλλους παράγοντες κινδύνου βρέθηκε ότι το cPB και το CAC score σχετίζονταν με αύξηση της συνολικής θνητότητας κατά 23% και 15% αντίστοιχα. Στους συμμετέχοντες που υπεβλήθησαν σε επανάλεγχο των καρωτίδων διαπιστώθηκε αύξηση του cPB από 29,2 σε 91,3 mm3, γεγονός που συνοδεύτηκε από αύξηση της θνητότητας κατά 3%. Συμπερασματικά, οι απεικονιστικοί δείκτες υποκλινικής αθηρωμάτωσης και η διαχρονική πρόοδος τους σχετίζονται με την πρόγνωση ασυμπτωματικών ατόμων.

(Fuster V, García-Álvarez A, Devesa A, et al. J Am Coll Cardiol. 2024;84:1391-1403)

 

Ωφελεί η άσκηση τύπου «μαχητή του Σαββατοκύριακου» τη νοσηρότητα και την καρδιομεταβολική υγεία?

Οι κατευθυντήριες οδηγίες προτείνουν ≥ 150 λεπτά μέτριας έως έντονης φυσικής δραστηριότητας την εβδομάδα για την ελάττωση του καρδιαγγειακού κινδύνου. Συχνά η φυσική δραστηριότητα ακολουθεί το μοτίβο του «μαχητή του Σαββατοκύριακου», όπου η άθληση γίνεται 1-2 φορές την εβδομάδα, χωρίς να είναι γνωστή η πιθανή επίδραση της σε διάφορες νοσολογικές καταστάσεις και σε καρδιομεταβολικές παραμέτρους. Αξιολογήθηκαν δεδομένα φυσικής δραστηριότητας της UK Biobank σε 89.573 άτομα μέσης ηλικίας 62 ετών από το 2013 έως το 2015 και σχετίστηκαν με 678 νοσολογικές καταστάσεις. Συγκριτικά με σωματικά αδρανή άτομα (<150 λεπτά δραστηριότητας την εβδομάδα), τόσο συμμετέχοντες που ασκούνταν τακτικά όσο και «μαχητές του Σαββατοκύριακου» εμφάνιζαν χαμηλότερη νοσηρότητα. Βρέθηκε μείωση της αρτηριακής υπέρτασης κατά 23% και 27%, του διαβήτη κατά 43% και 46%, της παχυσαρκίας κατά 45% και 56% και της υπνικής άπνοιας κατά 43% και 51% για τους «μαχητές του Σαββατοκύριακου και τους τακτικά αθλούμενους αντίστοιχα, χωρίς να υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές ομάδες. Οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι η μέτρια προς έντονη αθλητική δραστηριότητα σχετίζεται με χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης > 200 παθήσεων και βελτίωση των καρδιομεταβολικών παραμέτρων ανεξάρτητα από την κατανομή της άσκησης μέσα στην εβδομάδα.

(Kany S, Al-Alusi MA, Rämö JT, et al. Circulation.  2024;150:1236-1247)

Ωφελεί η διακαθετηριακή αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας ασυμπτωματικά άτομα με σοβαρή στένωση της αορτικής βαλβίδας?

Ασθενείς με ασυμπτωματική στένωση της αορτικής βαλβίδας (ΑΒ) και διατηρημένη λειτουργικότητα αριστερής κοιλίας παρακολουθούνται ανά 6μηνο ή 12μηνο αλλά δεν είναι υποψήφιοι για επέμβαση σύμφωνα με τις τρέχουσες κατευθυντήριες οδηγίες. Στην πολυκεντρική μελέτη EARLY TAVR τυχαιοποιήθηκαν 901 ασθενείς μέσης ηλικίας 76 ετών σε πρώιμη διακαθετηριακή αντικατάσταση ΑΒ ή σε συντηρητική αντιμετώπιση. Οι περισσότεροι συμμετέχοντες (83,6%) ήταν χαμηλού περιεπεμβατικού κινδύνου και παρακολουθήθηκαν για περίπου 4 έτη. Βρέθηκε ότι το πρωταρχικό τελικό σημείο (θάνατος, ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, μη-προγραμματισμένη νοσηλεία για καρδιαγγειακά αίτια) ήταν κατά 50% λιγότερο συχνό στην ομάδα της παρέμβασης συγκριτικά με την ομάδα της παρακολούθησης. Επιπλέον, 87% των ασθενών στην ομάδα της παρακολούθησης υπεβλήθη τελικά σε επέμβαση στη διάρκεια της παρακολούθησης, χωρίς να εμφανιστεί σημαντική διαφορά στην εμφάνιση περιεγχειρητικών επιπλοκών ανάμεσα στις δύο ομάδες. Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι μια στρατηγική πρώιμης παρέμβασης με διακαθετηριακή αντικατάσταση της ΑΒ σε πάσχοντες από σοβαρή αλλά ασυμπτωματική στένωση ΑΒ υπερέχει της απλής παρακολούθησης όσον αφορά στη θνησιμότητα και στη νοσηρότητα των ασθενών.

(Généreux P, Schwartz A, Oldemeyer JB, et al. N Engl J Med. 2024. doi: 10.1056/NEJMoa2405880. Epub ahead of print)

Υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στη ρύθμιση των παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου και την πρόοδο της χρόνιας νεφρικής νόσου, την καρδιαγγειακή νοσηρότητα και τη θνητότητα?

Η χρόνια νεφρική νόσος (ΧΝΝ) αποτελεί παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων (ΚΑΝ). Στην ανάλυση αυτή αξιολογήθηκε το κατά πόσο η αυστηρή ρύθμιση των παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου μειώνει τον κίνδυνο ΚΑΝ σε πάσχοντες από ΧΝΝ σε πληθυσμό της Κίνας. Αξιοποιήθηκαν δεδομένα από τη μελέτη Kailuan από 20.254 ασθενείς με ΧΝΝ (όχι τελικού σταδίου) χωρίς γνωστή ΚΑΝ και συγκρίθηκαν με 35.236 άτομα σε ομαλοποιημένη ομάδα ελέγχου. Σε μια διάμεση παρακολούθηση 12ετίας καταγράφηκαν 3.875 θάνατοι, 1.888 αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, 513 οξέα εμφράγματα μυοκαρδίου και 4.825 περιστατικά επιδείνωσης της νεφρική νόσου. Διαπιστώθηκε ότι η καλή ρύθμιση των παραγόντων κινδύνου (ΣΑΠ <130 mmHg, LDL-χ <100 mg/dL και γλυκόζη νηστείας <110 mg/dL) σε πάσχοντες από ΧΝΝ μείωσε την επίπτωση ΚΑΝ και θανάτου. Επιπλέον, πάσχοντες από ΧΝΝ που εμφάνιζαν αυστηρή ρύθμιση και στους 3 παράγοντες κινδύνου δεν φάνηκε να εμφανίζουν επιπλέον αύξηση της καρδιαγγειακής νοσηρότητας και θνητότητας συγκριτικά με άτομα χωρίς ΧΝΝ. Συμπερασματικά, η αυστηρή ρύθμιση της αρτηριακής υπέρτασης, του διαβήτη και της δυσλιπιδαιμίας σε ασθενείς με ΧΝΝ ελαττώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο σε επίπεδα παρόμοια με αυτά ατόμων χωρίς ΧΝΝ.

(Geng T, Xu W, Gao H, et al. J Am Coll Cardiol. 2024;84:1313-1324)