Μηνιαία Ενημέρωση Απριλίου 2025

Επιμέλεια:

Χ. Μιχαλακέας, MD, PhD, Καρδιολόγος,
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών,
Υπεύθυνος Λιπιδαιμικού Ιατρείου Ευρωκλινικής Αθηνών

Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,
Π.Γ.Ν. «Αττικόν»

 

Έχει αλλάξει η ηλικία εκδήλωσης στεφανιαίας νόσου και θανάτου σε άτομα με οικογενή υπερχοληστερολαιμία τα τελευταία χρόνια?

Πάσχοντες από οικογενή υπερχοληστερολαιμία (Familial Hypercholesterolaemia, FH) εμφανίζουν αυξημένα επίπεδα LDL-χολ από μικρή ηλικία και έχουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης στεφανιαίας νόσου (ΣΝ) και πρώιμη θνητότητα. Δεν είναι γνωστό κατά πόσο οι θεραπευτικές παρεμβάσεις σε αυτά τα άτομα τις τελευταίες δεκαετίες έχουν αλλάξει το χάρτη της πρόγνωσής τους. Στην ανάλυση αυτή αξιοποιήθηκαν δεδομένα από καταγραφές όλων των κατοίκων της Δανίας από το 1978 έως το 2021. Στην παρακολούθηση βρέθηκε ότι ποσοστό 27% ατόμων με FH (n=10.199) πέθαναν και 34% εκδήλωσαν ΣΝ, έναντι ποσοστού 27% και 9% αντίστοιχα για τον υπόλοιπο πληθυσμό χωρίς FH (n=9.174.926). Η ηλικία εμφάνισης θανάτου ήταν κατά 22 χρόνια μικρότερη σε πάσχοντες από FH συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό το 1978, όμως το 2021 η ηλικία θανάτου ήταν παρόμοια. Αντίστοιχα πάσχοντες από FH εκδήλωσαν ΣΝ σε ηλικία κατά 20 χρόνια νεότερη το 1978, ενώ το 2021 η εμφάνιση ΣΝ ήταν κατά 7 χρόνια νωρίτερα συγκριτικά με άτομα χωρίς FH. Συμπερασματικά, στο πέρασμα των τελευταίων 40 ετών η ηλικία θανάτου ατόμων με FH έχει εξισωθεί με τον υπόλοιπο πληθυσμό αν και εξακολουθούν να εμφανίζουν ΣΝ σε νεαρότερη ηλικία.

(Reeh J, Afzal S, Wulff AB, et al. Eur Heart J. 2025;46:1144-1155)

 

Ποιά η συσχέτιση ανάμεσα στο κάπνισμα και σε υποκλινικούς δείκτες καρδιαγγειακής βλάβης?

Στην παρούσα μελέτη αξιολογήθηκε η συσχέτιση ανάμεσα σε παραμέτρους σχετιζόμενους με το κάπνισμα (ένταση, πακέτα-έτη, χρονικό διάστημα από τη διακοπή) με δείκτες φλεγμονής (υψηλής ευαισθησίας C-αντιδρώσα πρωτεΐνη, ιντερλευκίνη-6, ακετυλίωση γλυκοπρωτεϊνών), θρόμβωσης (ινωδογόνο, D-dimer) και υποκλινικής αθηροσκλήρωσης (ασβέστωση στεφανιαίων αρτηριών, πάχος έσω-μέσου χιτώνα καρωτίδων, καρωτιδική πλάκα, σφυροβραχιόνιος δείκτης). Συμμετείχαν 182.364 άτομα μέσης ηλικίας ~ 58 ετών, εκ των οποίων ποσοστό 15,3% ήταν καπνιστές (30 πακέτα-έτη) και 34,6% πρώην καπνιστές (διάμεση διακοπή προ 19 ετών, 22,4 πακέτα-έτη). Οι καπνιστές εμφάνιζαν υψηλότερα επίπεδα σε όλους τους δείκτες συγκριτικά με πρώην καπνιστές και μη-καπνιστές, με δοσο-εξαρτώμενη σχέση ανάλογα με τον αριθμό των τσιγάρων. Τα άτομα που είχαν διακόψει το κάπνισμα εμφάνιζαν σταδιακή ομαλοποίηση όλων των δεικτών με την πάροδο του χρόνου από τη διακοπή. Μετά από 30 έτη διακοπής οι περισσότεροι δείκτες ήταν στα επίπεδα των μη-καπνιστών με εξαίρεση την ασβέστωση των στεφανιαίων που παρέμενε κατά 19% αυξημένη παρά τη διακοπή του καπνίσματος. Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι το κάπνισμα συνδέεται με δοσοεξαρτώμενο τρόπο με υποκλινικούς δέικτες φλεγμονής, θρόμβωσης και αθηροσκλήρωσης που σχετίζονται με καρδιαγγειακή βλάβη.

(Yao Z, Tasdighi E, Dardari ZA, et al. J Am Coll Cardiol. 2025;85:1018-1034)

 

Πώς σχετίζονται τα επίπεδα των υπολειμμάτων χοληστερόλης και της LDL-χολ με τον κίνδυνο εμφάνισης περιφερικής αρτηριακής νόσου

Τόσο η αυξημένη LDL-χολ όσο και τα υπολείμματα χοληστερόλης σχετίζονται με τον κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου (ΣΝ), δεν είναι όμως γνωστή η συσχέτιση με την εκδήλωση περιφερικής αρτηριακής νόσου (ΠΑΝ). Στην παρούσα γενετική μελέτη Μενδέλειας τυχαιοποίησης εξετάσθηκε η αιτιολογική συσχέτιση ανάμεσα σε αυτές τις λιπιδαιμικές παραμέτρους και την παρουσία ΠΑΝ και ΣΝ. Αξιοποιήθηκαν γονιδιακά στοιχεία από την UK Biobank από 38.414 άτομα με ΠΑΝ και 221.445 άτομα με ΣΝ και 758.308 και 770.615 υγιή άτομα αντίστοιχα ως ομάδα ελέγχου. Διαπιστώθηκε ότι για κάθε γενετική προδιάθεση που σχετίζεται με αύξηση των υπολειμμάτων χοληστερόλης και της LDL-χολ κατά 1 mmol/L (39 mg/dL) η αναλογία κινδύνου για εμφάνιση ΠΑΝ ήταν 2,92 και για εμφάνιση ΣΝ 1,37. Τα αυξημένα υπολείμματα χοληστερόλης εμφάνιζαν αιτιολογική σχέση με τον κίνδυνο εμφάνισης ΠΑΝ ακόμη και μετά από υπολογισμό των επιπέδων της αυξημένης LDL-χολ. Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι τα υπολείμματα χοληστερόλης πιθανώς αποτελούν την κύρια κατηγορία λιπιδαιμικών παραμέτρων που σχετίζεται με την εμφάνιση ΠΑΝ και προτείνουν τη διενέργεια μελλοντικών μελετών διερεύνησης της βιολογικής αυτής σχέσης με στόχο σχεδιασμό στοχευμένων θεραπευτικών μέτρων αντιμετώπισης ασθενών με ΠΑΝ.

(Wadström BN, Borges MC, Wulff AB, et al. J Am Coll Cardiol.  2025;85:1353-1368)

Ποιά είναι η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του νεώτερου υπολιπιδαιμικού φαρμάκου ongericimab σε πάσχοντες από ετερόζυγο οικογενή υπερχοληστερολαιμία?

Οι πάσχοντες από ετερόζυγο οικογενή υπερχοληστερολαιμία (Heterozygous Familial Hypercholesterolemia, HeFH) συχνά υποδιαγιγνώσκονται και υποθεραπεύονται. Στη μελέτη αυτή αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του νεώτερου αναστολέα της PCSK9 ongericimab (ανασυνδυασμένο μονοκλωνικό αντίσωμα) σε 135 Κινέζους ασθενείς με επιβεβαιωμένη HeFH υπό σταθερή υπολιπιδαιμική θεραπεία. Το φάρμακο χορηγήθηκε σε δόση 150 mg ανά 2 εβδομάδες (Q2W) ή 450 mg ανά 4 εβδομάδες (Q4W) και έγινε σύγκριση με εικονικό φάρμακο. Μετά από 24 εβδομάδες θεραπείας βρέθηκε ότι η χορήγηση του ongericimab οδήγησε σε ελάττωση των επιπέδων της LDL-χολ κατά 69,4% και 80,6% συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο για τα αντίστοιχα σχήματα χορήγησης Q2W και Q4W, χωρίς να καταγραφούν σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες.Οι ερευνητές καταλήγουν ότι το ongericimab είναι ασφαλές και βιοχημικά αποτελεσματικό στη βελτίωση των λιπιδαιμικών παραμέτρων ασθενών με HeFH.

(Lin J, Ji Y, Wang G, et al. Atherosclerosis. 2025;403:119120)

Πώς σχετίζεται η παχυσαρκία με την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου σε πάσχοντες από ετερόζυγο οικογενή υπερχοληστερολαιμία?

Η παχυσαρκία αποτελεί έναν τροποποιήσιμο παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου στο γενικό πληθυσμό, εντούτοις, ο επιπολασμός και η προγνωστική αξία της παχυσαρκίας σε πάσχοντες από ετερόζυγο οικογενή υπερχοληστερολαιμία (HeFH) δεν είναι γνωστά. Στο πλαίσιο της καταγραφής EAS FH Studies Collaboration αξιολογήθηκε ο δείκτης μάζας-σώματος (ΔΜΣ) σε 29.265 ενήλικους και 6.275 ανήλικους ασθενείς με HeFH από 50 χώρες. Συνολικά, παχύσαρκοι ή υπέρβαροι ήταν το 52% των ενηλίκων και το 27% των παιδιών με HeFH, με τα μεγαλύτερα ποσοστά σε χώρες με χαμηλό εισόδημα. Ασθενείς με παχυσαρκία εμφάνιζαν καθυστερημένη διάγνωση της HeFH κατά 9 έτη και περισσότερο αθηρογόνο λιπιδαιμικό προφίλ. Η παρουσία παχυσαρκίας σχετίστηκε με αύξηση της αναλογίας κινδύνου για εμφάνιση στεφανιαίας νόσου στα παιδιά κατά 9,28 και στεφανιαίας νόσου και ισχαιμικής εγκεφαλικής νόσου κατά 2,35 στους ενήλικους, εύρημα που λίγο επηρεάστηκε από τον συνυπολογισμό των υπόλοιπων παραδοσαικών παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου. Οι συγγραφείς διαπιστώνουν ότι η παχυσαρκία είναι συχνή σε ασθενείς με HeFH και συμβάλει στην αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου ανεξάρτητα από τα επίπεδα της LDL-χολ και την υπολιπιδαιμική αγωγή.

(Elshorbagy A, Vallejo-Vaz AJ, Barkas F, et al. Eur Heart J. 2025;46:1127-1140)