Μηνιαία Ενημέρωση Οκτωβρίου 2025

Επιμέλεια:

Χ. Μιχαλακέας, MD, PhD, Καρδιολόγος
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Υπεύθυνος Λιπιδαιμικού Ιατρείου Ευρωκλινικής Αθηνών

Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας
Υπεύθυνος Υπολιπιδαιμικού Ιατρείου και Ιατρείου Πρώιμης Στεφανιαίας Νόσου
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική Π.Γ.Ν. «Αττικόν»

Ποιά είναι η αποτελεσματικότητα του Olezarsen σε άτομα με μέτρια υπερτριγλυκεριδαιμία?

Δεν υπάρχουν επί του παρόντος πολύ αποτελεσματικές θεραπείες για την ελάττωση των τριγλυκεριδίων ορού. Το olezarsen είναι ένα αντινοηματικό ολιγονουκλεοτίδιο που μειώνει τα τριγλυκερίδια μέσω ελάττωσης της ηπατικής σύνθεσης της απολιποπρωτεΐνης C-III (apoC-III). Η μελέτη ESSENCE-TIMI 73b είναι μια φάσης ΙΙΙ διπλά-τυφλή τυχαιοποιημένη μελέτη στην οποία εξετάσθηκε η αποτελεσματικότητα του olezarsen σε ασθενείς με μέτρια υπερτριγλυκεριδαιμία (150-499 mg/dL) και αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο ή σε ασθενείς με σοβαρή υπερτριγλυκεριδαιμία (≥500 mg/dL). Συμμετείχαν 1.349 ασθενείς μέσης ηλικίας 64 ετών, που τυχαιοποιήθηκαν σε μηνιαία χορήγηση 50 mg ή 80 mg olezarsen ή σε εικονικό φάρμακο. Πρωταρχικό τελικό σημείο της μελέτης ήταν η μείωση των τριγλυκεριδίων μετά από 6 μήνες θεραπείας. Διαπιστώθηκε ότι 50 mg olezarsen ελάττωναν τα τριγλυκερίδια κατά 58,4% συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο, ενώ αντίστοιχα, ασθενείς υπό 80 mg olezarsen εμφάνιζαν μείωση κατά 60,6%. Δεν καταγράφηκαν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. Συμπερασματικά, η αναστολή της δράσης της apoC-III με χορήγηση του olezarsen είναι αποτελεσματική στην ελάττωση των επιπέδων των τριγλυκεριδίων.

(Bergmark BA, Marston NA, Prohaska TA, et al. N Engl J Med. 2025. doi: 10.1056/NEJMoa2507227. Epub ahead of print)

Επιφέρει κλινικό όφελος η βελτίωση των λιπιδαιμικών παραμέτρων με τη χορήγηση Obicetrapib?

Το νεότερο υπολιπιδαιμικό φάρμακο obicetrapid αποτελεί έναν εκλεκτικό αναστολέα της χολεστυλ-εστερικής τρανσφεράσης που μειώνει την LDL-χολ και αυξάνει την HDL-χολ. Στην παρούσα μελέτη αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου στην εμφάνιση μειζόνων καρδιαγγειακών επεισοδίων. Συμμετείχαν 354 πάσχοντες από ετερόζυγο οικογενή υπερχοληστερολαιμία και 2.530 πάσχοντες από αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο, μέσης ηλικίας 66 ετών, με αρχικά διάμεσα επίπεδα LDL-χολ 92 mg/dL και HDL-χολ 48 mg/dL. Σε παρακολούθηση ενός έτους η χορήγηση του φαρμάκου μείωσε την LDL-χολ κατά 37,8% και αύξησε της HDL-χολ κατά 140%, ενώ καταγράφηκε και μείωση της Lp(a) κατά 32,5%. Το πρωταρχικό τελικό σημείο της μελέτης ήταν κατά 23% λιγότερο συχνό στην ομάδα που έλαβε το obicetrapid έναντι του εικονικού φαρμάκου, και μάλιστα στο 2ο εξάμηνο η μείωση ήταν 40%. Η μείωση των στεφανιαίων επεισοδίων (θάνατος, έμφραγμα μυοκαρδίου, επέμβαση επαναιμάτωσης) ήταν 32% και 55% αντίστοιχα στο 2ο εξάμηνο. Οι συγγραφείς καταλήγουν ότι η χορήγηση του obicetrapid επιπρόσθετα στη λαμβανόμενη υπολιπιδαιμική αγωγή είναι κλινικά επωφελής μετά τους 6 πρώτους μήνες θεραπείας

(Nicholls SJ, Nelson AJ, Ray KK, et al. J Am Coll Cardiol. 2025:S0735-1097(25)07383-8. doi: 10.1016/j.jacc.2025.07.056. Epub ahead of print.)

Ποιά είναι η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του νεώτερου φαρμάκου Baxdrostat σε ασθενείς με αρρύθμιστη αρτηριακή υπέρταση?

Το νεώτερο αντιϋπερτασικό φάρμακο baxdrostat αποτελεί έναν αναστολέα της σύνθεσης της αλδοστερόνης και έχει δείξει ευνοϊκή επίδραση στα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης (ΑΠ) σε προηγούμενες μελέτες. Στη μελέτη BaxHTN, μια φάσης 3 διπλά-τυφλή κλινική δοκιμή, αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του φαρμάκου σε ασθενείς με αρρύθμιστη πίεση ή με ανθεκτική αρτηριακή υπέρταση (ΑΥ). Σε συνολικά 794 ασθενείς με συστολική ΑΠ (ΣΑΠ)=140-170 mmHg παρά τη λήψη δύο ή τριών αντιϋπερτασικών φαρμάκων (αρρύθμιστη ή ανθεκτική υπέρταση αντίστοιχα) χορηγήθηκε επιπλέον baxdrostat σε δόση 1 ή 2 mg ημερησίως ή εικονικό φάρμακο. Σε βάθος 12 εβδομάδων βρέθηκε ότι η χορήγηση του φαρμάκου οδήγησε σε μείωση της ΣΑΠ κατά 14,5 mmHg με τη δόση του 1 mg και κατά 15,7 mmHg με τη δόση των 2 mg. Αύξηση των επιπέδων καλίου άνω των 6 mmol/L καταγράφηκε σε 6 συμμετέχοντες που έλαβαν 1 mg baxdrostat, σε 8 συμμετέχοντες που έλαβαν 2 mg baxdrostat και σε έναν ασθενή υπό εικονικό φάρμακο. Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι η προσθήκη του νεότερου φαρμάκου baxdrostat σε πάσχοντες από ΑΥ με πτωχή ρύθμιση οδηγεί σε σημαντική ελάττωση της ΑΠ στους 3 μήνες θεραπείας.

(Flack JM, Azizi M, Brown JM, et al. N Engl J Med. 2025:10.1056/NEJMoa2507109. doi: 10.1056/NEJMoa2507109. Epub ahead of print.)

Υπάρχει κλινικό όφελος από τη χορήγηση β-αναστολέων σε ασθενείς με ελαφρά μειωμένο κλάσμα εξώθησης μετά από έμφραγμα μυοκαρδίου?

Δεν είναι γνωστό αν η χορήγηση β-αναστολέων βελτιώνει την πρόγνωση ασθενών με κλάσμα εξώθησης αριστερής κοιλίας (ΚΕ)= 40-49% μετά από οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου (ΟΕΜ). Στην παρούσα μετα-ανάλυση αξιοποιήθηκαν δεδομένα από 4 μελέτες χορήγησης β-αναστολέων σε ασθενείς μετά από προσφατο ΟΕΜ με ΚΕ >40% (REBOOT, BETAMI, DANBLOCK και CAPITAL-RCT) με μακρόχρονη παρακολούθηση της κλινικής τους πορείας για διάστημα τουλάχιστον ενός έτους. Μελετήθηκαν ξεχωριστά τα δεδομένα από 1.885 μετεμφραγματικούς ασθενείς με ελαφρά μειωμένο ΚΕ. Το πρωταρχικό τελικό σημείο (θάνατος, νέο έμφραγμα μυοκαρδίου, καρδιακή ανεπάρκεια) καταγράφηκε κατά 25% λιγότερο συχνά σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με β-αναστολέα έναντι αυτών που δεν έλαβαν. Οι συγγραφείς διαπιστώνουν ότι η χορήγηση β-αναστολέων σε ασθενείς με ελαφρά μειωμένο ΚΕ μετά από ΟΕΜ χωρίς κλινικά έκδηλη καρδιακή ανεπάρκεια οδηγεί σε μείωση της συνολικής θνητότητας, της εκδήλωσης επανεμφράγματος και της εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας.

(Rossello X, Prescott EIB, Kristensen AMD, et al. Lancet. 2025;406:1128-1137)

Επηρεάζουν τα επίπεδα της λιποπρωτεΐνης (α) την κλινική πορεία ασθενών μετά από έμφραγμα μυοκαρδίου?

Τα αυξημένα επίπεδα λιποπρωτεΐνης (α) [Lp(a)] αποτελούν τεκμηριωμένο παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου, αλλά η συσχέτιση τους με καρδιαγγειακά επεισόδια στη δευτερογενή πρόληψη είναι λιγότερο σαφής. Στο πλαίσιο της πολυκεντρικής μελέτης MENZACS (Multi-Ethnic New Zealand Study of Acute Coronary Syndromes) σε 1.900 ασθενείς με νοσηλεία λόγω οξέος στεφανιαίου συνδρόμου (ΟΣΣ), μετρήθηκαν τα επίπεδα της Lp(a) κατά την εισαγωγή και σχετίστηκαν με την εμφάνιση θανάτου ή με επανεισαγωγή σε νοσοκομείο για καρδιαγγειακή αιτία. Ανάμεσα σε 1890 συμμετέχοντες μέσης ηλικίας 61 ετών το πρωταρχικό τελικό σημείο καταγράφηκε σε 493 συμμετέχοντες σε βάθος 5ετίας. Βρέθηκε ότι αυξημένα επίπεδα Lp(a) σχετίζονταν με μεγαλύτερο κίνδυνο επανεισαγωγής ή θανάτου: 46% αυξημένος κίνδυνος για ασθενείς με Lp(a) > 92 nmol/L έναντι συμμετεχόντων με Lp(a) ≤ 7 nmol/L. Εν κατακλείδι, αυξημένα επίπεδα Lp(a) σε ασθενείς που έχουν υποστεί ΟΣΣ σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών.

(Legget ME, Earle NJ, Poppe KK, et al. Atherosclerosis. 2025;410:120516. doi: 10.1016/j.atherosclerosis.2025.120516. Epub ahead of print.)