Μηνιαία Ενημέρωση Οκτωβρίου 2022

Επιμέλεια:

Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών,
Επιστημονικός Συνεργάτης Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής,
Π.Γ.Ν.«Αττικόν»

Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,
Π.Γ.Ν. «Αττικόν»

 

Πόσο συχνή είναι η εμφάνιση μυϊκών συμπτωμάτων στη λήψη στατινών?

Πρόκειται για μετα-ανάλυση της CTT (Cholesterol Treatment Trialists’ Collaboration) με στόχο τη διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στη λήψη στατίνης και στην εμφάνιση μυϊκών συμπτωμάτων. Συμπεριλήφθηκαν 19 διπλά-τυφλές τυχαιοποιημένες μελέτες με χορήγηση στατίνης έναντι εικονικού φαρμάκου με 123.940 συμμετέχοντες, στους οποίους διαπιστώθηκε 7% αύξηση του σχετικού κινδύνου εμφάνισης μυαλγιών στο πρώτο έτος θεραπείας, χωρίς περαιτέρω αύξηση αργότερα. Επίσης βρέθηκε ότι ισχυρές στατίνες (ατορβαστατίνη 40-80 mg και ροσουβαστατίνη 20-40 mg) σχετίζονται με μεγαλύτερη επίπτωση εμφάνισης μυοπάθειας (8%) έναντι λιγότερο ισχυρών στατινών (3%). Η χορήγηση στατινών σχετίστηκε με κλινικά μη-σημαντική αύξηση των επιπέδων της κρεατινικής κινάσης.  Οι συγγραφείς καταλήγουν ότι η χορήγηση στατινών σχετίζεται με μικρή αύξηση της μυοπάθειας, κυρίως με τη μορφή ήπιων μυαλγιών, όμως στις περισσότερες περιπτώσεις εμφάνισης μυαλγίας (>90%) δεν ήταν υπεύθυνο το φάρμακο. Δεδομένου του τεκμηριωμένου καρδιαγγειακού οφέλους των στατινών, προτείνουν την επαναξιολόγηση της αντιμετώπισης των ασθενών που αναφέρουν μυοπάθεια από στατίνη.

(Cholesterol Treatment Trialists’ Collaboration. Lancet. 2022;400:832-845)

 

Έχει θέση η ασπιρίνη στην πρωτογενή πρόληψη ατόμων με αυξημένη λιποπρωτεΐνη (α)?

Ο ρόλος της ασπιρίνης στην πρόληψη της εμφάνισης αθηροθρομβωτικών επεισοδίων σε άτομα με αυξημένη λιποπρωτεΐνη (α) [Lp(a)] δεν έχει τεκμηριωθεί. Στην παρούσα μελέτη αξιοποιήθηκαν δεδομένα από 12.815 ηλικιωμένους που τυχαιοποιήθηκαν σε 100 mg ασπιρίνης στη μελέτη ASPREE, στους οποίους ερευνήθηκε η παρουσία γονοτύπων Lp(a) μέσω φορείας του γονιδίου rs3798220-C ή με γενομικό risk score (LPA-GRS). Μετά από 4,7 έτη παρακολούθησης βρέθηκε ότι φορείς του γονιδίου rs3798220-C οι οποίοι έχουν αυξημένα επίπεδα Lp(a) είχαν κατά 90% μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης μειζόνων καρδιαγγειακών επεισοδίων στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου, όχι όμως στην ομάδα της ασπιρίνης. Αντίστοιχα, συμετέχοντες με υψηλό LPA-GRS υπό εικονικό φάρμακο εμφάνιζαν αύξηση του κινδύνου κατά 70%, ενώ υπό ασπιρίνη η αύξηση του κινδύνου ήταν 41%. Στις υπο-ομάδες φορέων rs3798220-C και υψηλού LPA-GRS η ελάττωση του καρδιαγγειακού κινδύνου ήταν 11,4 και 3,3/1000 ανθρωπο-έτη αντίστοιχα, χωρίς αύξηση του αιμορραγικού κινδύνου. Συμπερασματικά, η προληπτική χορήγηση χαμηλής δόσης ασπιρίνης είναι πιθανά κλινικά επωφελής σε άτομα με γονότυπο που συνδέεται με αυξημένη Lp(a) στο πλαίσιο πρωτογενούς καρδιαγγειακής πρόληψης..

 

(Lacaze P, Bakshi A, Riaz M, et al. J Am Coll Cardiol. 2022;80:1287-1298)

 

Πόσο επωφελής και ασφαλής είναι η μακροχρόνια χορήγηση εβολοκουμάμπης σε πάσχοντες από καρδιαγγειακή νόσο?

Στη μελέτη FOURIER-OLE συμμετείχαν 6.635 άτομα της μελέτης FOURIER που επιθυμούσαν να συνεχίσουν τη χορήγηση εβολοκουμάμπης μετά το πέρας της αρχικής μελέτης, πλέον ανοιχτά. Οι συμμετέχοντες εμφάνιζαν διάμεση τιμή LDL-χολ 30 mg/dL μετά από 12 εβδομάδες θεραπείας. Μετά από 5 επιπλέον έτη παρακολούθησης από τα 2,2 έτη διάμεσης παρακολούθησης που είχε η μελέτη FOURIER δεν φάνηκε αύξηση των ανεπιθύμητων ενεργειών από τους μυς, το μεταβολισμό της γλυκόζης ή τη νευρογνωσιακή λειτουργία συγκριτικά με συμμετέχοντες υπό το εικονικό φάρμακο της αρχικής μελέτης. Οι συμμετέχοντες υπό εβλοκομάμπη εξαρχής εμφάνιζαν μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακού θανάτου, ΕΜ, ΑΕΕ ή νοσηλείας για ασταθή στηθάγχη ή επέμβαση επαναιμάτωσης κατά 15%. Συμπερασματικά, η μακροχρόνια χορήγηση εβολοκουμάμπης για πάνω από 8 έτη σε άτομα με αυξημένη LDL-χολ και καρδιαγγειακή νόσο οδήγησε σε περαιτέρω μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων χωρίς αύξηση στην εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών.

 

(O’Donoghue ML, Giugliano RP, Wiviott SD, et al. Circulation.  2022. doi: 10.1161/CIRCULATIONAHA.122.061620. Epub ahead of print. PMID: 36031810.)

Σχετίζονται τα αυξημένα υπολείμματα χοληστερόλης με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο?

Η χοληστερόλη που περιέχεται σε λιποπρωτεΐνες πλούσιες σε τριγλυκερίδια (υπολείμματα χοληστερόλης) αναγνωρίζεται τελευταία ως αθηρογόνος. Στην παρούσα ανάλυση αξιοποιήθηκαν δεδομένα από 106.937 συμμετέχοντες στη μελέτη γενικού πληθυσμού της Κοπεγχάγης και από 13.974 συμμετέχοντες της Copenhagen City Heart Study. Στους συμμετέχοντες στις μελέτες μετρήθηκαν τα υπολείμματα χοληστερόλης δείγματος ορού. Βρέθηκε ότι στη μελέτη του γενικού πληθυσμού αυξημένα επίπεδα υπολειμμάτων χοληστερόλης (> 58 mg/dL) έναντι χαμηλών ( <19 mg/dL) σχετίζονταν με αύξηση του κινδύνου εμφάνισης περιφερικής αρτηριακής νόσου (ΠΑΝ), εμφράγματος μυοκαρδίου (ΕΜ) και ισχαιμικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου (ΑΕΕ) με αναλογία κινδύνου 4,8, 4,2 και 1,8 αντίστοιχα. Αντίστοιχα, η αναλογία κινδύνου της παλαιότερης μελέτης Copenhagen City Heart Study ήταν 4,9 για ΠΑΝ, 2,6 για ΕΜ και 2,1 για ΑΕΕ.
Οι ερευνητές καταλήγουν ότι αυξημένα επίπεδα υπολειμμάτων χοληστερόλης σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ΠΑΝ, στεφανιαίας νόσου και ισχαιμικών ΑΕΕ.(Wadström BN, Wulff AB, Pedersen KM, et al. Eur Heart J.2022;43:3258-3269)

Αυξημένα επίπεδα νατρίου ορού και κίνδυνος εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας

Η χρόνια μειωμένη ενυδάτωση οδηγεί σε αύξηση των επιπέδων νατρίου ορού. Στην παρούσα ανάλυση αξιολογήθηκε η συσχέτιση των επιπέδων νατρίου στη μέση ηλικία (45-66 ετών) με μεταγενέστερη εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας (ΚΑ). Αξιολογήθηκαν δεδομένα από τη μελέτη ARIC σε 11.814 άτομα χωρίς διαβήτη ή διαταραχές της ομοιόστασης νατρίου (επίπεδα νατρίου 135-146 mmol/L). Βρέθηκε ότι επίπεδα νατρίου 142-143 mmol/L σχετίζονταν με αύξηση κατά 62% στη μεταγενέστερη εμφάνιση υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας. Επίπεδα νατρίου >143 mmol/L σχετίζονταν με αύξηση της εμφάνισης υπερτροφίας κατά 107% και καρδιακής ανεπάρκειας κατά 54% στην ηλικία 70-90 ετών.Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι αυξημένα επίπεδα νατρίου ορού σε μεσήλικες σχετίζονται με αυξημένη μεταγενέστερη επίπτωση υπερτροφίας αριστερής κοιλίας και εμφάνισης ΚΑ και προτείνουν την επαρκή ενυδάτωση ως προληπτικό μέτρο για τη μείωση του επιπολασμού της ΚΑ.

(Dmitrieva NI, Liu D, Wu CO, et al. Eur Heart J. 2022;43:3335-3348)