Μηνιαία Ενημέρωση Οκτώβριος 2021

Επιμέλεια:

Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών,
Επιστημονικός Συνεργάτης Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής,
Π.Γ.Ν.«Αττικόν»

Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,
Π.Γ.Ν. «Αττικόν»

 

Επίδραση της εμπαγκλιφλοζίνης σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης

Η εμπαγκλιφλοζίνη, ένας αναστολέας της SGLT-2, μείωσε την καρδιαγγειακή νοσηρότητα σε πάσχοντες από καρδιακή ανεπάρκεια με ελαττωμένο κλάσμα εξώθησης (ΚΕ) στη μελέτη EMPEROR-Reduced. Στην παρούσα ανάλυση (EMPEROR-Preserved) αξιολογήθηκε η επίδραση της εμπαγκλιφλοζίνης στην καρδιαγγειακή θνητότητα και στις νοσηλείες για απορρύθμιση καρδιακής ανεπάρκειας σε 5.988 πάσχοντες από καρδιακή ανεπάρκεια με ΚΕ >40%. Μετά από παρακολούθηση 26 μηνών το πρωταρχικό τελικό σημείο ήταν κατά 21% λιγότερο συχνό στην ομάδα της εμπαγκλιφλοζόνης, εύρημα που αποδόθηκε κυρίως σε μειωμένο αριθμό νοσηλειών για απορρύθμιση καρδιακής ανεπάρκειας (407 έναντι 541 στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου). Η θετική επίδραση της εμπαγκλιφλοζίνης ήταν ανεξάρτητη της παρουσίας ή όχι σακχαρώδη διαβήτη στην αρχική τυχαιοποίηση, ενώ το φάρμακο προκάλεσε συχνότερα λοιμώξεις ουροποιητικού και υπόταση. Συμπερασματικά, στη μελέτη EMPEROR-Preserved η χορήγηση εμπαγκλιφλοζίνης σε πάσχοντες από καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο ΚΕ εμφάνισε κλινικό όφελος στη μείωση νοσηλειών λόγω απορρύθμισης καρδιακής ανεπάρκειας.

(Anker SD, Butler J, Filippatos G, et al. N Engl J Med. 2021;385:1451-1461)

 

Η διακοπή του καπνίσματος, αλλά όχι η μείωση, σχετίζεται με ελάττωση των καρδιαγγειακών επεισοδίων

Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η αξιολόγηση της ελάττωσης και της διακοπής του καπνίσματος τσιγάρου με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Εκτιμήθηκαν δεδομένα από συνολικά 897.975 καπνιστές ηλικίας ≥40 ετών, που υπεβλήθηκαν σε ιατρική εξέταση το 2009 και το 2011. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε κατηγορίες ανάλογα με τη χρήση καπνού: 20,6% διέκοψαν το κάπνισμα, 7,3% μείωσαν το κάπνισμα ≥ 50%, 11,6% μείωσαν το κάπνισμα κατά 20-50%, 45,7% έμειναν σταθεροί και 14,5% αύξησαν το κάπνισμα ≥ 20%. Κατά την παρακολούθηση καταγράφηκαν 17.748 περιστατικά ισχαιμικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου (ΑΕΕ) και 11.271 περιστατικά εμφράγματος μυοκαρδίου (ΕΜ). Συμμετέχοντες που διέκοψαν το κάπνισμα εμφάνισαν ελάττωση του απόλυτου κινδύνου για ΑΕΕ κατά 37% και για ΕΜ κατά 27%, έναντι αυτών που συνέχισαν το τσιγάρο. Αντίθετα, ο κίνδυνος ΑΕΕ και ΕΜ δεν βρέθηκε μειωμένος σε συμμετέχοντες που ελάττωσαν το κάπνισμα έναντι αυτών που συνέχισαν. Στοιχεία από μια υπο-ομάδα συμμετεχόντων που επανεξετάστηκαν το 2013 έδειξε ότι όσοι είχαν αρχικά διακόψει αλλά ξεκίνησαν πάλι το κάπνισμα εμφάνιζαν αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου κατά 42-69% έναντι αυτών που διέκοψαν σταθερά το κάπνισμα.Συμπερασματικά, η πλήρης διακοπή του καπνίσματος σχετίζεται με ελάττωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων, αλλά δεν ισχύει το ίδιο για την ελάττωση του καπνίσματος, γεγονός που υπογραμμίζει τη σημασία της πλήρους αποχής από το τσιγάρο.

 

(Jeong SM, Jeon KH, Shin DW, et al.    Eur Heart J.   2021;42:4141-4153)

 

Αντιγριπικός εμβολιασμός και καρδιαγγειακό όφελος σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο

Στην παρούσα διπλά-τυφλή τυχαιοποιημένη μελέτη αξιολογήθηκε η κλινική αποτελεσματικότητα της χορήγησης εμβολίου κατά της γρίπης πρώιμα μετά από οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου (ΕΜ). Πρωταρχικό τελικό σημείο της μελέτης ήταν η συνολική θνητότητα, η εμφάνιση υποτροπής ΕΜ ή η θρόμβωση του stent σε ένα έτος. Λόγω της πανδημίας COVID-19, η τυχαιοποίηση των ασθενών σταμάτησε πρώιμα και αναλύθηκαν συνολικά δεδομένα από 1272 ασθενείς που έλαβαν εμβολιασμό έναντι 1260 που έλαβαν εικονικό φάρμακο. Βρέθηκε ότι οι εμβολιασμένοι ασθενείς εμφάνισαν χαμηλότερα ποσοστά του πρωταρχικού τελικού σημείου κατά 28%, ενώ καταγράφηκε ελαττωμένη συνολική και καρδιαγγειακή θνητότητα κατά 41% και χαμηλότερο ποσοστό εκδήλωσης νέου ΕΜ κατά 14%. Οι ερευνητές καταλήγουν ότι ο αντιγριπικός εμβολιασμός σε μετεμφραγματικούς ασθενείς έχει ευνοϊκή επίδραση στη συνολική και στην καρδιαγγειακή θνητότητα στο έτος.

 

(Fröbert O, Götberg M, Erlinge D, et al. Circulation. 2021;144:1476-1484)

Επίδραση των στατινών στην καρδιοτοξικότητα από χημειοθεραπεία

Δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα σχετικά με την επίδραση της χορήγησης στατινών για προφύλαξη από εμφάνιση μυοκαρδιοπάθειας από καρδιοτοξική χημειοθεραπεία (ΧΜΘ). Στην παρούσα μετα-ανάλυση αναζητήθηκαν μελέτες που αξιολόγησαν το κλάσμα εξώθησης (ΚΕ) της αριστερής κοιλίας και τη μεταβολή αυτού μετά από χορήγηση καρδιοτοξικής ΧΜΘ σε πάσχοντες από κακοήθη νοσήματα, σε συσχέτιση με την παράλληλη χορήγηση ή μη-χορήγηση στατινών. Αξιολογήθηκαν δεδομένα από 3.042 ασθενείς που συμμετείχαν σε 7 μελέτες, εκ των οποίων οι 1.382 έλαβαν θεραπεία με στατίνη παράλληλα με τη ΧΜΘ. Φάνηκε ότι οι ασθενείς που έλαβαν στατίνη εμφάνισαν λιγότερο συχνά ελάττωση του ΚΕ συγκριτικά με αυτούς που έλαβαν μόνο ΧΜΘ. Η επίπτωση εμφάνισης μυοκαρδιοπάθειας από ΧΜΘ ήταν κατά 59% λιγότερο συχνή στην ομάδα των ασθενών με κακοήθεια που έλαβαν στατίνη. Συμπερασματικά, η χορήγηση στατίνης σε πάσχοντες από νεοπλασία που λαμβάνουν δυνητικά καρδιοτοξική ΧΜΘ προστατεύει από την ελάττωση του ΚΕ της αριστερής κοιλίας και από την εμφάνιση μυοκαρδιοπάθειας από ΧΜΘ.
(Kim J, Nishimura Y, Kewcharoen J, et al. J Clin Med. 2021;10:3731)

Επίδραση των στατινών στην κύηση

Η χορήγηση στατινών κατά τη διάρκεια της κύησης αντενδείκνυται λόγω πιθανότητας τερατογένεσης, εντούτοις, τα κλινικά δεδομένα δεν είναι επαρκή. Στην παρούσα μετα-ανάλυση αξιολογήθηκαν δεδομένα από 9 μελέτες με στόχο τη συσχέτιση της χορήγησης στατινών σε εγκύους και εμφάνιση επιπλοκών, συμπεριλαμβανομένου νεογνικού θανάτου, αυτόματης ή τεχνητής διακοπής κύησης και πρώιμου τοκετού. Η λήψη στατίνης σχετίστηκε με αυξημένα ποσοστά αυτόματης διακοπής κύησης κατά 36%, όχι όμως με τεχνητή διακοπή κύησης ή γέννηση νεκρού βρέφους. Διαπιστώθηκε επίσης μια, στατιστικά μη-σημαντική, ελάττωση της εμφάνισης πρώιμου τοκετού.Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι η χορήγηση στατινών κατά την κύηση σχετίζεται μόνο με αυξημένη επίπτωση αυτόματης αποβολής και όχι με άλλες επιπλοκές, και προτείνουν επιβεβαίωση των ευρημάτων σε μελλοντικές μελέτες.

(Vahedian-Azimi A, Bianconi V, Makvandi S, et al. . Atherosclerosis. 2021;336:1-11)