Επιμέλεια:Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος, Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
|
||||
Σχετίζονται τα επίπεδα της LDL-χολ και της HDL-χολ με την εμφάνιση άνοιας?
Η συσχέτιση των επιπέδων της υψηλής και χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνης-χοληστερόλης (HDL-χολ και LDL-χολ) με την εμφάνιση άνοιας δεν έχει μελετηθεί επαρκώς. Στη μελέτη αυτή αξιολογήθηκαν δεδομένα από 184.367 άτομα χωρίς ιστορικό άνοιας που παρακολουθήθηκαν επί 17 έτη για ανάπτυξη ανοϊκής διαταραχής. Βρέθηκε ότι χαμηλά επίπεδα HDL-χολ (<42 mg/dL) σχετίζονταν με αύξηση του κινδύνου εμφάνισης άνοιας κατά 7%, ενώ τα υψηλά επίπεδα (>65 mg/dL) με αύξηση του κινδύνου κατά 15%. Αντίστοιχα, τα επίπεδα της LDL-χολ δεν σχετίζονταν με την εμφάνιση άνοιας.Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι πολύ χαμηλά και πολύ υψηλά επίπεδα HDL-χολ σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης άνοιας, ενώ ο αντίστοιχος κίνδυνος για τα επίπεδα της LDL-χολ έχει μικρή συσχέτιση. (Ferguson EL, Zimmerman SC, Jiang C, et al. Neurology. 2023:10.1212/WNL.
|
Ποιά είναι η μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα και ασφάλεια του lerodalcibep σε ασθενείς με οικογενή υπερχοληστερολαιμία?
Το νεότερο υπολιπιδαιμικό φάρμακο lerodalcibep αποτελεί μια ανασυνδυασμένη πρωτεΐνη που δεσμεύει την PCSK9 και ελαττώνει τα επίπεδα της LDL-χολ σε μελέτες φάσης 2. Στη μελέτη φάσης 3 LIBerate-HeFH εξετάστηκε η αποτελεσματικότητα και ασφάλειά του lerodalcibep σε 478 πάσχοντες από ετερόζυγο οικογενή υπερχοληστερολαιμία (HeFH) που αδυνατούσαν να πετύχουν τo στόχο της LDL-χολ παρά την αγωγή. Οι συμμετέχοντες, με μέση αρχική τιμή LDL-χολ ~150 mg/dL, τυχαιοποιήθηκαν σε μηνιαία υποδόρια χορήγηση 300 mg lerodalcibep ή σε εικονικό φάρμακο. Έπειτα από 24 εβδομάδες οι συμμετέχοντες που έλαβαν το φάρμακο εμφάνισαν επιπλέον ελάττωση των επιπέδων της LDL-χολ κατά 65% και οι περισσότεροι (~70%) πέτυχαν το στόχο σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές κατευθυντήριες οδηγίες. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν συγκρίσιμες στις δύο ομάδες, με εξαίρεση ήπιες τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης. Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η μηνιαία χορήγηση lerodalcibep σε ασθενείς με HeFH είναι ασφαλής και αποτελεσματική στην ελάττωση της LDL-χολ. (Raal F, Fourie N, Scott R, et al. Eur Heart J. 2023;44:4272-4280)
|
|||
Μπορεί η υπολιπιδαιμική αγωγή να οδηγήσει σε σταθεροποίηση και υποστροφή της αθηρωματικής πλάκας?
Η μελέτη PACMAN-AMI εξέτασε την επίδραση του αναστολέα της PSCK9 αλιροκουμάμπη στα χαρακτηριστικά της αθηρωματικής πλάκας των στεφανιαίων αρτηριών ατόμων που υπέστησαν οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου (ΟΕΜ). Στην ανάλυση αυτή εξετάστηκε η συχνότητα και η προγνωστική αξία της επίτευξης τριπλής υποστροφής της αθηρωματικής πλάκας (μείωση του όγκου του αθηρώματος, ελάττωση του περιεχόμενου λίπους και αύξηση του πάχους της ινώδους κάψας). Ποσοστό 31,7% των συμμετεχόντων πέτυχε τριπλή υποστροφή (40,8% στην ομάδα της αλιροκουμάμπης έναντι 23% στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου). Συμμετέχοντες με τριπλή υποστροφή είχαν χαμηλότερα επίπεδα LDL-χολ κατά 27,1 mg/dL και καλύτερη πρόγνωση (ποσοστό εμφάνισης ΟΕΜ, επέμβασης επαναγγείωσης ή θανάτου 8,3% έναντι 18,2% στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου). Συμπερασματικά, τριπλή υποστροφή της αθηρωματική πλάκας των στεφανιαίων επιτυγχάνεται περίπου στο ένα τρίτο των ασθενών με ΟΕΜ που λαμβάνουν ισχυρή υπολιπιδαιμική θεραπεία με προσθήκη αλιροκουμάμπης και επηρεάζει ευμενώς την πρόγνωσή τους.
(Biccirè FG, Häner J, Losdat S, et al. J Am Coll Cardiol. 2023;82:1737-1747) |
Διαφέρει η ατορβαστατίνη από τη ροσουβαστατίνη στη θεραπεία ασθενών με στεφανιαία νόσο?
Στο πλαίσιο της ανοιχτής πολυκεντρικής μελέτης LODESTAR αξιολογήθηκε η κλινική αποτελεσματικότητα της χορήγησης ατορβαστατίνης έναντι ροσουβαστατίνης σε ενήλικες με στεφανιαία νόσο (ΣΝ). Πρωταρχικό τελικό σημείο της μελέτης ήταν η συνολική θνητότητα, το έμφραγμα μυοκαρδίου, το εγκεφαλικό επεισόδιο ή επέμβαση επαναιμάτωσης. Σε συνολικά 4.341 συμμετέχοντες χορηγήθηκε ατορβαστατίνη σε μέση δόση 36 mg ή ροσουβαστατίνη σε μέση δόση 17,1 mg. Μετά από παρακολούθηση 3 ετών το πρωταρχικό τελικό σημείο καταγράφηκε σε ποσοστό 8,7% στην ομάδα της ροσουβαστατίνης έναντι 8,2% στην ομάδα της ατορβαστατίνης (p=0,58). Τα δύο φάρμακα πέτυχαν παρόμοια επίπεδα LDL-χολ (~70 mg/dL) και δεν διέφεραν σημαντικά στις ανεπιθύμητες ενέργειες, με εξαίρεση μεγαλύτερο ποσοστό εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη και επεμβάσεων καταρράκτη με λήψη ροσουβαστατίνης. Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η ατορβαστατίνη και η ροσουβαστατίνη έχουν παρόμοια κλινική αποτελεσματικότητα όταν χορηγούνται σε πάσχοντες από ΣΝ.. (Lee YJ, Hong SJ, Kang WC, et al. BMJ. 2023;383:e075837) |
|||
Ποιος είναι ο καρδιαγγειακός κίνδυνος ασθενών με πρωτοδιάγνωση σακχαρώδη διαβήτη?
Στη μελέτη αυτή αξιολογήθηκε ο καρδιαγγειακός κίνδυνος, ανάλογα με το φύλο και την ηλικία, ατόμων με πρωτοδιάγνωση σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ) συγκριτικά με το γενικό πληθυσμό. Αξιοποιήθηκαν δεδομένα από 142.587 διαβητικούς ασθενείς που ομαλοποιήθηκαν με 388.410 άτομα χωρίς ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου από το γενικό πληθυσμό της Δανίας. Εκτιμήθηκε ο κίνδυνος εμφάνισης εμφράγματος μυοκαρδίου, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιαγγειακού θανάτου στη δεκαετία. Βρέθηκε ότι ο 10-ετής καρδιαγγειακός κίνδυνος ήταν μεγαλύτερος σε πάσχοντες από ΣΔ σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό, ιδιαίτερα στα νεότερα άτομα, με την εμφάνιση μειζόνων καρδιαγγειακών επεισοδίων να καταγράφεται κατά μέσο όρο 12 χρόνια νωρίτερα στους διαβητικούς. Συμπερασματικά, σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό, ο καρδιαγγειακός κίνδυνος είναι μεγαλύτερος σε πάσχοντες από ΣΔ σε όλο το φάσμα των ηλικιών και για τα δύο φύλα. (Gyldenkerne C, Mortensen MB, Kahlert J, et al. J Am Coll Cardiol. 2023;82:1583-1594.) |