Μηνιαία Ενημέρωση Νοεμβρίου 2019

Επιμέλεια:

Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Επιστημονικός Συνεργάτης Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής,
Π.Γ.Ν.«Αττικόν»

Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,
Π.Γ.Ν. «Αττικόν»

Ι. Λεκάκης, Ομότιμος Καθηγητής Καρδιολογίας ΕΚΠΑ,
Διευθυντής Καρδιολογικού Τομέα,
Κεντρική Κλινική Αθηνών

 

Χορήγηση δαπαγλιφλοζίνης σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια

Οι αναστολείς του SGLT2 (sodium-glucose cotransporter 2) έχει φανεί ότι ελαττώνουν τον κίνδυνο νοσηλείας λόγω καρδιακής ανεπάρκειας σε πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (ΣΔτ2). Σε αυτή τη μελέτη εξετάσθηκε η επίδραση του αναστολέα της SGLT2 δαπαγλιφλοζίνη στην κλινική πορεία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια με ελαττωμένο κλάσμα εξώθησης αριστερής κοιλίας (ΚΕ<40%). Συμμετείχαν 4.744 ασθενείς λειτουργικής κλάσης κατά ΝΥΗΑ ΙΙ-ΙΙΙ που τυχαιοποιήθηκαν σε λήψη 10 mg δαπαγλιφλοζίνης ημερησίως ή σε εικονικό φάρμακο, ως προσθήκη σε βέλτιστη θεραπεία καρδιακής ανεπάρκειας. Καταληκτικό σημείο της μελέτης ήταν το σύνθετο της επιδείνωσης της καρδιακής ανεπάρκειας (ανάγκη νοσηλείας ή χορήγησης ενδοφλέβιας διουρητικής αγωγής) ή καρδιαγγειακού θανάτου. Σε συνολική διάρκεια παρακολούθησης 18,2 μηνών το πρωταρχικό τελικό σημείο εμφανίσθηκε λιγότερο συχνά στην ομάδα της δαπαγλιφλοζίνης κατά 26%. Σημειώθηκε ελάττωση της καρδιαγγειακής θνητότητας κατά 18% και της συνολικής θνητότητας κατά 17%, χωρίς να καταγραφεί στατιστικά σημαντική διαφορά στην εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών σχετικών με αφυδάτωση, νεφρική δυσλειτουργία ή υπογλυκαιμία. Τα αποτελέσματα ήταν ανεξάρτητα από την παρουσία ή μη ΣΔτ2 στους συμμετέχοντες. Συμπερασματικά, η χορήγηση της δαπαγλιφλοζίνης επιπρόσθετα της καθιερωμένης θεραπείας σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και ελαττωμένο κλάσμα εξώθησης οδηγεί σε βελτίωση της νοσηρότητας και της θνητότητας ανεξάρτητα από την παρουσία ΣΔτ2.

(McMurray JJV, Solomon SD, Inzucchi SE, et al. N Engl J Med. 2019;381:1995-2008)

 

Επίδραση των στατινών στη μνήμη, στις γνωσιακές λειτουργίες και στον όγκο του εγκεφάλου σε ηλικιωμένους

Η παρούσα ανάλυση έλαβε χώρα στο πλαίσιο της μελέτης MAS (Sydney Memory and Ageing Study) με στόχο να αποσαφηνίσει ενδεχόμενη αρνητική επίδραση της λήψης στατίνης στη μνήμη και στις γνωσιακές λειτουργίες ηλικιωμένων ατόμων. Πρόκειται για προοπτική μελέτη παρατήρησης 1.037 ατόμων ηλικίας 70 έως 90 ετών στην Αυστραλία. Σε σύνολο 526 συμμετεχόντων πραγματοποιήθηκε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου με μέτρηση του όγκου του εγκεφάλου, του ιπποκάμπου και παραϊπποκαμπικών περιοχών και παράλληλα νευροψυχιατρικός έλεγχος ανά διετία. Στην ανάλυση συνυπολογίστηκαν παράμετροι όπως η ηλικία, το φύλο, το μορφωτικό επίπεδο, ο δείκτης μάζας-σώματος, η παρουσία καρδιακής νόσου, διαβήτη, υπέρτασης, εγκεφαλικού επεισοδίου, καπνίσματος και φορείας της απολιποπρωτεΐνης Εε4. Μετά από 6 έτη παρακολούθησης βρέθηκε ότι δεν υπήρχε διαφορά στο ρυθμό ελάττωσης των γνωσιακών λειτουργιών και έκπτωσης της μνήμης ανάμεσα σε συμμετέχοντες που ελάμβαναν στατίνη ή όχι. Δεν καταγράφηκε διαφορά στον όγκο του εγκεφάλου όπως εκτιμήθηκε με τη μαγνητική τομογραφία. Η έναρξη στατίνης κατά τη διάρκεια της μελέτης φάνηκε να ελαττώνει το ρυθμό έκπτωσης της μνήμης. Επιπλέον, σε υπο-ομάδα συμμετεχόντων με καρδιακή νόσο και φορεία απολιποπρωτεΐνης Εε4 εντοπίστηκε σχετική βελτίωση στην επίδοση σε ορισμένες δοκιμασίες μνήμης με τη χορήγηση στατίνης.  Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι η χορήγηση στατινών σε ηλικιωμένα άτομα δεν σχετίζεται με μεγαλύτερη έκπτωση των γνωσιακών λειτουργιών ή της μνήμης.

(Samaras K, Makkar SR, Crawford JD, et al. J Am Coll Cardiol. 2019;74:2554-2568)

 

Στατίνες σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια

Η κλινική ωφέλεια από τη χορήγηση στατινών σε πάσχοντες από χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια αποτελεί αντικείμενο διχογνωμίας, ιδίως στη μη-ισχαιμική καρδιακή ανεπάρκεια. Η παρούσα μετα-ανάλυση συγκέντρωσε δεδομένα από 17 μελέτες (τυχαιοποιημένες και μελέτες κοορτής), μέσης διάρκειας παρακολούθησης 36 μηνών, από ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και διάφορα επίπεδα κλάσματος εξώθησης (ΚΕ) αριστερής κοιλίας. Συγκρίθηκαν στοιχεία από τους συμμετέχοντες που ελάμβαναν στατίνη έναντι αυτών που δεν ελάμβαναν, με πρωταρχικό τελικό σημείο τη συνολική και καρδιαγγειακή θνητότητα και τη νοσηλεία για καρδιαγγειακό επεισόδιο. Βρέθηκε ότι η λήψη στατινών σχετιζόταν με ελάττωση της συνολικής θνητότητας κατά 23%, της καρδιαγγειακής θνητότητας κατά 18% και νοσηλείας για καρδιαγγειακό επεισόδιο κατά 22%. Τα αποτελέσματα ήταν στατιστικά σημαντικά σε ασθενείς με ΚΕ <40% και σε ασθενείς με ΚΕ ≥ 40% και βρέθηκε ότι το όφελος ήταν μεγαλύτερο με χορήγηση των λιπόφιλων έναντι των υδρόφιλων στατινών.  Οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι η χορήγηση στατινών, κυρίως λιπόφιλων, σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια συνοδεύεται από κλινικό όφελος ανεξάρτητα από την αιτιολογία της καρδιακής ανεπάρκειας και το κλάσμα εξώθησης της αριστερής κοιλίας.

(Bielecka-Dabrowa A, Bytyçi I, Von Haehling S, et al. Lipids Health Dis. 2019;18:188)

Καρδιαγγειακά επεισόδια και επίπεδα LDL-χολ σε πάσχοντες από αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο

Πρόκειται για μελέτη κοορτής ασθενών με καρδιαγγειακή νόσο που κατέγραψε την εμφάνιση καρδιαγγειακών επεισοδίων και τη μεταβολή των επιπέδων της LDL-χολ. Συμμετείχαν 10.772 πάσχοντες από αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο (έμφραγμα μυοκαρδίου, μη-αιμορραγικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή περιφερική αρτηριακή νόσος), με αρχική LDL-χολ ≥70 mg/dL. Όλοι οι συμμετέχοντες έλαβαν υπολιπιδαιμική θεραπεία με στατίνη ή εζετιμίμπη και παρακολουθήθηκαν για 6 έτη. Πρωταρχικό τελικό σημείο της μελέτης ήταν η εμφάνιση μείζονος καρδιαγγειακού επεισοδίου ή καρδιαγγειακού θανάτου, και έλαβε χώρα σε 62.7 ανά 1000 ανθρωπο-έτη. Καρδιαγγειακά επεισόδια ήταν συχνότερα στους άνδρες και σχετίζονταν με την ηλικία και τα αρχικά επίπεδα της  LDL-χολ.  Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης ποσοστό 25% των ασθενών πέτυχε το στόχο για την LDL-χολ <70 mg/dL, παρά το γεγονός ότι 2 στους 3 ελάμβαναν στατίνη, κατά πλειοψηφία υψηλής έντασης (ποσοστό 97%). Συμπερασματικά, ένας στους τέσσερις πάσχοντες από αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο στη Δανία πετυχαίνει τα επίπεδα-στόχο για την LDL-χολ. Σε αυτόν τον πληθυσμό ασθενών καταγράφονται υψηλά ποσοστά υποτροπής καρδιαγγειακών επεισοδίων που σχετίζονται θετικά με τα αρχικά επίπεδα της LDL-χολ. 

(Sundbøll J, Larsen AP, Veres K, et al. Thromb Res. 2019;183:124-130)

Διακοπή λήψης στατίνης και καρδιαγγειακά επεισόδια σε ηλικιωμένα άτομα

Υπάρχει διχογνωμία στη βιβλιογραφία σχετικά με την κλινική αξία χορήγησης στατινών σε ηλικιωμένα άτομα στο πλαίσιο πρωτογενούς πρόληψης. Στην παρούσα μελέτη παρατήρησης από τη Γαλλία αξιολογήθηκε η επίδραση της διακοπής λήψης στατίνης σε άτομα που ελάμβαναν προηγουμένως αγωγή μέχρι την ηλικία των 75 ετών. Συμμετείχαν 120.734 άτομα που έκλεισαν τα 75 έτη ζωής εντός της χρονικής περιόδου 2012-2014, με ελεύθερο καρδιολογικό ιστορικό και λήψη στατίνης εντός της προηγούμενης διετίας. Σε μέση διάρκεια παρακολούθησης 2,4 ετών καταγράφηκαν 5.396 νοσηλείες για καρδιαγγειακό επεισόδιο, ενώ ποσοστό 14,3% των συμμετεχόντων είχε διακόψει τη λήψη στατίνης για τουλάχιστον τρεις συνεχόμενους μήνες. Βρέθηκε ότι η διακοπή της λήψης στατίνης συνδεόταν με μεγαλύτερη πιθανότητα νοσηλείας για καρδιαγγειακό επεισόδιο κατά 33%, για στεφανιαίο επεισόδιο κατά 46% και για αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο κατά 26%. Οι συγγραφείς καταλήγουν ότι η διακοπή λήψης στατίνης για πρωτογενή πρόληψη σε ηλικιωμένα άτομα >75 ετών συνοδεύεται με αύξηση της πιθανότητας εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων και προτείνουν το σχεδιασμό τυχαιοποιημένων μελετών ώστε να αποσαφηνισθεί η προστατευτική επίδραση των στατινών στις μεγάλες ηλικίες.

(Giral P, Neumann A, Weill A, et al. Eur Heart J. 2019;40:3516-3525)