Επιμέλεια:Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος, Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
|
||||
Μπορεί η ελάττωση της αρτηριακής πίεσης να προλάβει την εκδήλωση της άνοιας?
Πρόκειται για μετα-ανάλυση 5 διπλά-τυφλών τυχαιοποιημένων μελετών με στόχο την αποσαφήνιση της επίδρασης της ελάττωσης της αρτηριακής πίεσης (ΑΠ) στην πρόληψη εμφάνισης άνοιας σε μεγαλύτερη ηλικία. Αναλύθηκαν συνολικά δεδομένα από 28.008 άτομα από 20 διαφορετικές χώρες. Μετά από διάμεση παρακολούθηση 4,3 ετών καταγράφηκαν 861 περιστατικά άνοιας. Βρέθηκε ότι η αντιυπερτασική αγωγή είχε προστατευτική επίδραση, με ελάττωση του κινδύνου εμφάνισης άνοιας κατά 13% σε μια μέση ελάττωση της αρτηριακής πίεσης κατά 10/4 mmHg. Μεγαλύτερη πτώση της ΑΠ βρέθηκε να σχετίζεται με περαιτέρω προστατευτική δράση ανεξάρτητα από το φύλο και την ηλικία. Δεν αποσαφηνίστηκε, εντούτοις, αν η περισσότερο επιθετική ελάττωση της ΑΠ σε άτομα με καλή ρύθμιση ή αν η πρωιμότερη έναρξη αγωγής συνοδεύονται από επιπλέον κλινικό όφελος. Οι συγγραφείς αυτής της πρώτης μετα-ανάλυσης εξατομικευμένων δεδομένων ασθενών από τυχαιοποιημένες μελέτες διαπιστώνουν ότι η αντιυπερτασική θεραπεία στη μέση ηλικία προστατεύει από τη μεταγενέστερη εμφάνιση άνοιας. (Peters R, Xu Y, Fitzgerald O, et al. Eur Heart J. 2022;43:4980-4990)
|
Υπάρχει αντιστοιχία ανάμεσα στα επίπεδα της λιποπρωτεΐνης (α) σε νεαρή ηλικία και την εμφάνιση καρδιαγγειακών επεισοδίων στην ενήλικο ζωή?
Τα αυξημένα επίπεδα λιποπρωτεΐνης (α) [Lp(a)] αποτελούν παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου. Στην ανάλυση αυτή χρημοποιήθηκαν δεδομένα από τις μελέτες YFS (Cardiovascular Risk in Young Finns Study) και BHS (Bogalusa Heart Study). Εκτιμήθηκε η συσχέτιση ανάμεσα στα επίπεδα της Lp(a) σε άτομα ηλικίας από 9 έως 24 ετών σε σχέση με την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου ή αθηρωμάτωσης των καρωτίδων στη μετέπειτα ζωή τους. Βρέθηκε ότι αυξημένα επίπεδα Lp(a) > 30 mg/dL σχετίζονταν με διπλασιασμό του κινδύνου στη μελέτη YFS και με αναλογία κινδύνου 2,5 για εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου στη μελέτη BHS. Υπόλοιποι παράγοντες κινδύνου ήταν η αυξημένη LDL-χολ, ο αυξημένος δείκτης μάζας-σώματος και το κάπνισμα. Στην πολυπαραγοντική ανάλυση επιβεβαιώθηκε η ανεξάρτητη προγνωστική αξία των επιπέδων της Lp(a). Οι ερευνητές καταλήγουν ότι ο εντοπισμός αυξημένων επιπέδων Lp(a) σε νεαρά άτομα σχετίζεται με διπλασιασμό του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου στην μετέπειτα ενήλικο ζωή τους. (Raitakari O, Kartiosuo N, Pahkala K, et al. Circulation. 2022. doi: 10.1161/CIRCULATIONAHA.122.
|
|||
Ποιά είναι η επίδραση του νεώτερου φαρμάκου inclisiran στα επίπεδα των λιπιδίων?
Η μελέτη ORION-11 αξιολόγησε την υπολιπιδαιμική δράση του νεώτερου φαρμάκου inclisiran που δρα αναστέλλοντας την ηπατική παραγωγή της PCSK9. Πρόκειται για τυχαιοποιημένη μελέτη σε 203 ασθενείς υψηλού κινδύνου, με τιμή LDL-χολ >100 mg/dL παρά τη λήψη της μέγιστης ανεκτής δόσης στατίνης, οι οποίοι τυχαιοποιήθηκαν σε χορήγηση 284 mg inclisiran ή εικονικού φαρμάκου την πρώτη ημέρα, μετά από 3 μήνες και έπειτα ανά εξάμηνο. Τελικά σημεία της μελέτης ήταν η ποσοστιαία μεταβολή των επιπέδων της LDL-χολ την 510η ημέρα θεραπείας και η διαχρονική τους μεταβολή από την 90η έως την 540η ημέρα θεραπείας. Η μέση αρχική τιμή της LDL-χολ των συμμετεχόντων ήταν 140 mg/dL και ελαττώθηκε κατά 43,7% κατά μέσο όρο (περίπου 58 mg/dL) στους ασθενείς που έλαβαν το υπό μελέτη φάρμακο έναντι αυτών υπό εικονικό φάρμακο. Η διαχρονική ελάττωση της LDL-χολ ήταν της τάξης του 41%, ενώ παράλληλα διαπιστώθηκε ελάττωση των επιπέδων της απολιποπρωτεΐνης Β (apoB) και της non-HDL χολ. Η θεραπεία ήταν καλά ανεκτή με εξαίρεση ήπιες τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης. Συμπερασματικά, η χορήγηση του inclisiran δύο φορές το χρόνο οδηγεί σε σημαντική ελάττωση των αθηρογόνων λιπιδαιμικών παραμέτρων σε πάσχοντες από δυσλιπιδαιμία στο πλαίσιο πρωτογενούς πρόληψης.
(Ray KK, Kallend D, Leiter LA, et al. Eur Heart J. 2022;43:5047-5057) |
Ποιά η σημασία των αυξημένων επιπέδων της λιποπρωτεΐνης (α) όταν είναι χαμηλά τα επίπεδα της LDL-χολ?
Τα αυξημένα επίπεδα LDL-χολ και λιποπρωτεΐνης (α) [Lp(a)] σχετίζονται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Η παρούσα μελέτη είχε ως στόχο την αξιολόγηση της προγνωστικής αξίας της αυξημένης Lp(a) σε άτομα με επίπεδα LDL-χολ 100 mg/dL, Lp(a) < 50 mg/dL, ομάδα 3: LDL-χολ ≤100 mg/dL, Lp(a) ≥50 mg/dL και ομάδα 4: LDL-χολ >100 mg/dL, Lp(a) ≥50 mg/dL. Μετά από 13,4 έτη παρακολούθησης βρέθηκε ότι οι συμμετέχοντες στις ομάδες 1 και 2 εμφάνιζαν χαμηλό κίνδυνο, ενώ συμμετέχοντες των ομάδων 3 και 4 εμφάνιζαν αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο συγκριτικά με την ομάδα 1 (αύξηση του κινδύνου κατά 83%) και συγκριτικά με την ομάδα 2 (αύξηση του κινδύνου κατά 61%). |
|||
Αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της ιβουτιμίδης σε συνδυασμό με ατορβαστατίνη σε ασθενείς υψηλού κινδύνου με δυσλιπιδαιμία
Πρόκειται για μελέτη φάσης ΙΙΙ που διενεργήθηκε στην Κίνα με στόχο την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας της χορήγησης του υπολιπιδαιμικού φαρμάκου ιβουτιμίδη (hybutimibe) σε συνδυασμό με ατορβαστατίνη. Η ιβουτιμίδη αποτελεί ένα νέο υπολιπιδαιμικό φάρμακο με μηχανισμό υποχοληστερολαιμικής δράσης ανάλογο με εκείνο της εζετιμίμπης. Στη μελέτη συμμετείχαν 255 πάσχοντες από υπερχοληστερολαιμία και καρδιαγγειακή νόσο ή ισοδύναμο αυτής, οι οποίοι τυχαιοποιήθηκαν στη χορήγηση συνδυασμού ατορβαστατίνης 10 mg και ιβουτιμίδης ή ατορβαστατίνης 10 mg και εικονικού φαρμάκου. Η αρχική LDL-χολ ήταν περίπου 100 mg/dL και μετά από 12 εβδομάδες θεραπείας μειώθηκε κατά 16,4% στο σκέλος της συνδυαστικής θεραπείας συγκριτικά με 6,7% στο σκέλος της μονοθεραπείας (p<0,0001). . Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η συγχορήγηση ιβουτιμίδης με ατορβαστατίνη οδηγεί σε περαιτέρω ελάττωση της LDL-χολ συγκριτικά με μονοθεραπεία με ατορβαστατίνη, χωρίς καταγραφή σημαντικών ανεπιθύμητων ενεργειών στο βραχύ χρονικό διάστημα παρακολούθησης. (Qi L, Chen J, Li X, et al. Front Cardiovasc Med. 2022;9:888604) |