Μηνιαία Ενημέρωση Δεκεμβρίου 2023

Επιμέλεια:

Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών,
Επιστημονικός Συνεργάτης Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής,
Π.Γ.Ν.«Αττικόν»

Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,
Π.Γ.Ν. «Αττικόν»

 

Ελαττώνει η σεμαγλουτίδη τον καρδιαγγειακό κίνδυνο σε παχύσαρκους ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο χωρίς διαβήτη?

Τε νεότερο αντιδιαβητικό φάρμακο σεμαγλουτίδη, ένας αγωνιστής των υποδοχέων της GLP1 (glucagon-like peptide-1), έχει καταδείξει καρδιαγγειακό όφελος σε πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ). Στην παρούσα πολυκεντρική διπλά-τυφλή τυχαιοποιημένη μελέτη SELECT εξετάσθηκε η κλινική επίδραση της σεμαγλουτίδης σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα χωρίς ΣΔ. Τυχαιοποιήθηκαν 17.604 ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο και με δείκτη μάζας-σώματος (ΔΜΣ) ≥27 kg/m2 σε υποδόρια χορήγηση σεμαγλουτίδης σε δόση 2,4 mg κάθε εβδομάδα ή σε εικονικό φάρμακο. Το πρωταρχικό τελικό σημείο (καρδιαγγειακός θάνατος, μη-θανατηφόρο έμφραγμα μυοκαρδίου ή ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο) μετά από περίπου 40 μήνες παρακολούθησης βρέθηκε μειωμένο κατά 20% στην ομάδα της σεμαγλουτίδης. Η εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών που οδήγησαν σε διακοπή του φαρμάκου εντοπίστηκε σε ποσοστό 16,6% σε άτομα που έλαβαν σεμαγλουτίδη έναντι 8,2% στο εικονικό φάρμακο. Συμπερασματικά η χορήγηση σεμαγλουτίδης σε ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο και αυξημένο ΔΜΣ χωρίς ΣΔ οδηγεί σε κλινικό όφελος.

Η αναφορά να γίνει (Lincoff AM, Brown-Frandsen K, Colhoun HM, et al. N Engl J Med. 2023;389:2221-2232)

 

Υπάρχει σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση άλατος και στην εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη?

Η κατανάλωση άλατος και η εμφάνιση τύπου 2 σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ) δεν έχει τεκμηριωθεί. Στην παρούσα ανάλυση δεδομένων από την UK Biobank διερευνήθηκε η πιθανή συσχέτιση εμφάνισης ΣΔ ανάλογα με τα επίπεδα κατανάλωσης άλατος σε 402.982 συμμετέχοντες χωρίς ιστορικό ΣΔ, νεφρικής νόσου, καρδιαγγειακής νόσου ή κακοήθειας. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε κατηγορίες ανάλογα με την αναφερόμενη πρόσληψη άλατος («μερικές φορές», «συχνά», «πάντα») και μετά από περίπου 12 χρόνια παρακολούθησης διαπιστώθηκε αύξηση στην επίπτωση ΣΔ κατά 11%, 18% και 28% αντίστοιχα συγκριτικά με άτομα που κατανάλωναν σπάνια ή καθόλου αλάτι. Η παρατηρούμενη συσχέτιση φάνηκε να επηρεάζεται εν μέρει από δείκτες παχυσαρκίας και φλεγμονής, όχι όμως από τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης. Οι συγγραφείς διαπιστώνουν ότι η κατανάλωση άλατος, ως δείκτης προτίμησης και γεύσης, σχετίζεται με την εμφάνιση ΣΔ.

(Wang X, Ma H, Kou M, et al. Mayo Clin Proc. 2023:S0025-6196(23)00118-0. doi: 10.1016/j.mayocp.2023.02.029. Epub ahead of print)

 

Διαφοροποιείται η επίδραση του inclisiran σε άτομα με ιστορικό εμφράγματος μυοκαρδίου?

To inclisiran είναι ένα μικρό παρεμβαλλόμενο RNA που ελαττώνει τα επίπεδα της LDL-χολ μέσω αναστολής της PCSK9. Στις μελέτες ORION-10 και ORION-11 αξιολογήθηκε η βιοχημική αποτελεσματικότητα του φαρμάκου σε άτομα με ή χωρίς ιστορικό εμφράγματος μυοκαρδίου (ΕΜ). Συνολικά 2.636 πάσχοντες από δυσλιπιδαιμία έλαβαν υποδόρια ένεση με 284 mg inclisiran ή εικονικό φάρμακο την πρώτη μέρα της μελέτης, μετά από 3 μήνες και σε μεσοδιαστήματα 6 μηνών έκτοτε, παράλληλα με την υπόλοιπη από του στόματος υπολιπιδαιμική τους θεραπεία. Από τους συμμετέχοντες στις μελέτες ποσοστό 62,3% είχε ιστορικό πρόσφατου ή παλαιότερου ΕΜ. Μετά από 510 ημέρες παρακολούθησης η χορήγηση του inclisiran οδήγησε σε συγκρίσιμη (περίπου 50%) ελάττωση των επιπέδων της LDL-χολ σε όλες τις ομάδες των συμμετεχόντων έναντι του εικονικού φαρμάκου, με μόνη ανεπιθύμητη ενέργεια ήπιες τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της έγχυσης. Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι η χορήγηση του υπολιπιδαιμικού φαρμάκου inclisiran είναι αποτελεσματική και ασφαλής ανεξάρτητα από το ιστορικό ΕΜ.

 

(Landmesser U, Koenig W, Leiter LA, et al. Atherosclerosis.  2023;386:117354)

Επηρεάζει η χορήγηση νταπαγκλιφλοζίνης την πορεία των ασθενών μετά από έμφραγμα μυοκαρδίου?

Ασθενείς που έχουν υποστεί οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου (ΟΕΜ) βρίσκονται σε αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο και έχουν ανάγκη θεραπειών για βελτίωση των καρδιομεταβολικών παραμέτρων. Στη μελέτη DAPA-MI συμμετείχαν 4.017 ασθενείς μετά από ΟΕΜ με επηρεασμένη συστολική απόδοση της αριστερής κοιλίας, αλλά χωρίς προηγούμενο ιστορικό καρδιακής ανεπάρκειας (ΚΑ) ή σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ), οι οποίοι τυχαιοποίηθηκαν σε χορήγηση 10 mg νταπαγκλιφλοζίνης ημερησίως ή σε εικονικό φάρμακο. Το πρωταρχικό τελικό σημείο ήταν ιεραρχικά: θνητότητα, νοσηλεία λόγω ΚΑ, μη-θανατηφόρο ΟΕΜ, εμφάνιση κολπικής μαρμαρυγής, εμφάνιση ΣΔ, λειτουργική κλάση κατά ΝΥΗΑ και απώλεια σωματικού βάρους ≥5%. Η χορήγηση νταπαγκλιφλοζίνης επέφερε περισσότερες «νίκες» συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο, αποτέλεσμα το οποίο αποδόθηκε κατά κύριο λόγο στη βελτίωση των καρδιομεταβολικών παραμέτρων. Η εμφάνιση καρδιαγγειακών επιπλοκών κατά την παρακολούθηση παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα χωρίς στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες, ενώ η χορήγηση της νταπαγκλιφλοζίνης δεν συνοδεύτηκε από ζητήματα ασφάλειας. Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η χορήγηση νταπαγκλιφλοζίνης σε ασθενείς που έχουν υποστεί ΟΕΜ οδηγεί σε βελτίωση των καρδιομεταβολικών παραμέτρων, αλλά όχι σε καρδιαγγειακό κλινικό όφελος μετά από ένα έτος θεραπείας..

(Nissen SE, Linnebjerg H, Shen X, et al. JAMA. 2023;330:2075-2083)

Ποια είναι η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του lepodisiran στην ελάττωση της λιποπρωτεΐνης (α)?

Τα αυξημένα επίπεδα λιποπρωτεΐνης (α) [Lp (a)] σχετίζονται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο και με εμφάνιση στένωσης της αορτικής βαλβίδας, αλλά επί του παρόντος δεν υπάρχουν εγκεκριμένες θεραπείες για την ελάττωσή τους. Το lepodisiran είναι ένα μικρό παρεμβαλλόμενο RNA που ελαττώνει την ηπατική σύνθεση της απολιποπρωτεΐνης (α) [apo(a)] επιφέροντας μείωση των επιπέδων της Lp(a). Το φάρμακο δοκιμάστηκε σε 48 ενήλικες ασθενείς χωρίς καρδιαγγειακή νόσο με Lp(a) ≥75 nmol/L (≥30 mg/dL) σε μια υποδόρια έγχυση 4 mg, 12 mg, 32 mg, 96 mg, 304 mg ή 608 mg και αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα στην ελάττωση της Lp(a). Συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο τα αντίστοιχα δοσολογικά σχήματα του υπό μελέτη φαρμάκου πέτυχαν ελάττωση των επιπέδων της Lp(a) κατά 41%, 59%, 76%, 90%, 96% και 97%. Το βιοχημικό αποτέλεσμα ήταν σταθερό μέχρι και την 337η ημέρα παρακολούθησης μετά τη χορήγηση και καταγράφηκε ένα περιστατικό με σοβαρή ανεπιθύμητη ενέργεια. Συμπερασματικά, το lepodisiran είναι καλά ανεκτό και οδηγεί σε δοσοεξαρτώμενη και σταθερή χρονικά μείωση των επιπέδων της Lp(a).

(Nissen SE, Linnebjerg H, Shen X, et al. JAMA. 20232321835. doi: 10.1001/jama.2023.21835. Epub ahead of print)