Μηνιαία Ενημέρωση Απριλίου 2024

Επιμέλεια:

Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών,
Επιστημονικός Συνεργάτης Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής,
Π.Γ.Ν.«Αττικόν»

Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,
Π.Γ.Ν. «Αττικόν»

 

Σχετίζεται η λιποπρωτεΐνη (α) με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο ανεξάρτητα από την παρουσία αθηροσκληρωτικής καρδιαγγειακής νόσου?

Η λιποπρωτεΐνη (α) [Lp(a)] αποτελεί έναν αιτιολογικό παράγοντα εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου (ΚΑΝ), εντούτοις, δεν είναι γνωστός ο βέλτιστος ουδός των επιπέδων της για διαστρωμάτωση κινδύνου ανάλογα με την παρουσία ΚΑΝ ή όχι. Μελετήθηκαν 16.419 άτομα με μέτρηση επιπέδων της Lp(a) από το 2000 έως το 2019 και εκτιμήθηκε η συσχέτιση αυτών με την εμφάνιση, θανατηφόρων και μη, καρδιαγγειακών συμβαμάτων σε περίοδο παρακολούθησης περίπου 12 ετών. Ασθενείς με γνωστή ΚΑΝ εμφάνιζαν παρόμοια αύξηση του κινδύνου όταν είχαν επίπεδα Lp(a) από την 71η έως την 90η εκατοστιαία θέση (αναλογία κινδύνου 1,21) με αυτούς που είχαν επίπεδα Lp(a) από την 91η έως την 100η εκατοστιαία θέση (αναλογία κινδύνου 1,26), σε σύγκριση με άτομα με επίπεδα Lp(a) <50η εκατοστιαία θέση. Αντίθετα, στους 6.238 συμμετέχοντες χωρίς ΚΑΝ η αύξηση του κινδύνου ήταν συνεχής και έφτανε σε ποσοστό 93% για αυτούς που είχαν επίπεδα Lp(a) από την 91η έως την 100η εκατοστιαία θέση. . Συμπερασματικά, η Lp(a) σχετίζεται με αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου σε άτομα με ή χωρίς παρουσία ΚΑΝ, αλλά τα επίπεδα που αξιολογούνται στο πλαίσιο της διαστρωμάτωσης κινδύνου πιθανώς διαφοροποιούνται στην πρωτογενή και στη δευτερογενή πρόληψη.

(Berman AN, Biery DW, Besser SA, et al. J Am Coll Cardiol.2024;83:873-886)

 

Ποιά η επίδραση της ασπιρίνης στη μεταβολική δυσλειτουργία που σχετίζεται με τη στεάτωση του ήπατος?

Έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι η χορήγηση ασπιρίνης μπορεί να μειώσει τη βαρύτητα της μεταβολικής δυσλειτουργίας που σχετίζεται με στεάτωση του ήπατος (Metabolic dysfunction-associated steatotic liver disease, MASLD) και να ελαττώσει την επίπτωση εμφάνισης τελικού σταδίου ηπατικής ανεπάρκειας και ηπατοκυτταρικού καρκίνου. Σε αυτή τη διπλά-τυφλή τυχαιοποιημένη μελέτη δοκιμάστηκε η ασπιρίνη σε χαμηλή δόση (81 mg ημερησίως) σε 80 ασθενείς με MASLD χωρίς κίρρωση ήπατος. Τελικό σημείο της μελέτης ήταν η απόλυτη μεταβολή του λιπώδους περιεχομένου του ήπατος όπως αυτό υπολογίζεται με μαγνητική σπεκτροσκοπία. Μετά από 6 μήνες θεραπείας οι συμμετέχοντες υπό ασπιρίνη εμφάνισαν μείωση του ηπατικού λίπους κατά 6,6% σε αντίθεση με ασθενείς υπό εικονικό φάρμακο στους οποίους καταγράφηκε αύξηση κατά 3,6% (απόλυτη διαφορά 10,2%). Οι συμμετέχοντες υπό ασπιρίνη είχαν ευνοϊκές μεταβολές και σε άλλες παραμέτρους που αφορούν το ηπατικό λίπος. Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι η καθημερινή χορήγηση χαμηλής δόσης ασπιρίνης μειώνει την ποσότητα του ηπατικού λίπους σε πάσχοντες απο μεταβολική δυσλειτουργία λόγω ηπατικής στεάτωσης.

(Simon TG, Wilechansky RM, Stoyanova S, et al. JAMA. 2024;331:920-929)

 

Πόσο σχετίζεται η διατροφική πρόσληψη αλατιού με την εμφάνιση νεφρικής νόσου?

Η αυξημένη κατανάλωση αλατιού έχει συσχετισθεί με εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου, εντούτοις, η συσχέτιση με την εμφάνιση χρόνιας νεφρικής νόσου (ΧΝΝ) δεν είναι γνωστή. Στην παρούσα ανάλυση δεδομένων από την UK Biobank διερευνήθηκε η πιθανή συσχέτιση εμφάνισης ΧΝΝ ανάλογα με τα επίπεδα κατανάλωσης αλατιού σε 465.288 συμμετέχοντες, μετά από ομαλοποίηση για άλλους συγχυτικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου της παρουσίας αρτηριακής υπέρτασης, δυσλιπιδαιμίας, σακχαρώδη διαβήτη, του ρυθμού σπειραματικής διήθησης και της χρήσης νεφροτοξικών φαρμάκων στην αρχική αξιολόγηση. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε κατηγορίες ανάλογα με την αναφερόμενη πρόσληψη αλατιού («μερικές φορές», «συχνά», «πάντα») και μετά από περίπου 12 χρόνια παρακολούθησης διαπιστώθηκε αύξηση στην εμφάνιση ΧΝΝ κατά 4%, 7% και 11% αντίστοιχα συγκριτικά με άτομα που κατανάλωναν σπάνια ή καθόλου αλάτι.Οι συγγραφείς διαπιστώνουν ότι η κατανάλωση αλατιού, ως δείκτης προτίμησης και γεύσης, σχετίζεται με την εμφάνιση ΧΝΝ και προτείνουν τον περιορισμό πρόσληψής του ως προληπτικό μέτρο προστασίας από εμφάνιση νεφρικής νόσου στο γενικό πληθυσμό.

 

(Tang R, Kou M, Wang X, et al. JAMA Netw Open.  2023;6:e2349930)

Σχετίζεται η λοίμωξη από τον ιό των θηλωμάτων με την καρδιαγγειακή θνητότητα?

Η λοίμωξη από τον υψηλού κινδύνου ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (High-risk human papillomavirus, HR-HPV) σχετίζεται με την εμφάνιση καρκίνου του αυχένα της μήτρας και με την καρδιαγγειακή νοσηρότητα. Στην παρούσα αναδρομική μελέτη εξετάσθηκε η σχέση ανάμεσα στη λοίμωξη από HR-HPV και στην εμφάνιση καρδιαγγειακού θανάτου σε 153.250 Κορεάτισες μέσης ηλικίας 40 ετών. Σε παρακολούθηση κατά μέσο όρο 8,6 ετών (1.380.953 ανθρωπο-έτη) καταγράφηκαν 134 θάνατοι από καρδιαγγειακά αίτια, 9,1/105 ανθρωπο-έτη σε γυναίκες HR-HPV (-) και 14,9/105 ανθρωπο-έτη σε γυναίκες HR-HPV (+). Μετά από ομαλοποίηση για συγχυτικούς παράγοντες, υπολογίστηκε αναλογία κινδύνου για την καρδιαγγειακή θνητότητα, τη θνητότητα από στεφανιαία νόσο και τη θνητότητα από εγκεφαλική αγγειακή νόσο 3,91, 3,74 και 5,86 αντίστοιχα. Η συσχέτιση ήταν περισσότερο ισχυρή σε ασθενείς με παχυσαρκία. Συμπερασματικά, η λοίμωξη από HR-HPV σχετίζεται με αύξηση της καρδιαγγειακής θνητότητας σε μεσήλικες γυναίκες, ιδίως στις παχύσαρκες.

(Cheong HS, Chang Y, Kim Y, et al. Eur Heart J. 2024;45:1072-1082)

Σχετίζεται η λιποπρωτεΐνη (α) με νοσήματα των περιφερικών αρτηριών?

Δεν είναι γνωστό αν και σε ποιό βαθμό τα επίπεδα της λιποπρωτεΐνης (α) [Lp(a)] σχετίζονται με την εμφάνιση περιφερικής αρτηριακής νόσου (ΠΑΝ), ανευρυσμάτων της κοιλιακής αορτής (ΑΚΑ) και μειζόνων αγγειακών επεισοδίων από τα κάτω άκρα. Στην παρούσα μελέτη εξετάσθηκε η εμφάνιση αυτών των νοσημάτων των περιφερικών αγγείων με τους γονότυπους LPA σε 108.614 συμμετέχοντες της μελέτης γενικού πληθυσμού της Κοπεγχάγης. Κατά την παρακολούθηση 2.450 συμμετέχοντες ανέπτυξαν ΠΑΝ και 2.251 ΑΚΑ, στους οποίους έγινε ανάλυση για εμφάνιση οξέων αγγειακών επεισοδίων από τα κάτω άκρα. Η ανάλυση έδειξε ότι κάθε αύξηση της Lp(a) κατά 50 mg/dL συνδεόταν με αύξηση του κινδύνου ΠΑΝ κατά 39% και ΑΚΑ κατά 21%. Σε συμμετέχοντες με επίπεδα Lp(a) ≥143 mg/dL (≥307 nmol/L) έναντι αυτών με Lp(a) ≤9 mg/dL (≤17 nmol/L), η αναλογία κινδύνου για εμφάνιση ΠΑΝ, ΑΚΑ και οξέων επεισοδίων των κάτω άκρων ήταν 2,99, 2,22 και 3,04 αντίστοιχα. Οι συγγραφείς διαπιστώνουν ότι αυξημένα επίπεδα της Lp(a) στο γενικό πληθυσμό σχετίζονται με διπλασιασμό έως και τριπλασιασμό του κινδύνου εμφάνισης νοσημάτων των περιφερικών αρτηριών.

(Thomas PE, Vedel-Krogh S, Nielsen SF, et al. J Am Coll Cardiol. 2023;82:2265-2276)